Κάποιος εκλεκτός
μοναχός, ενοχλούμενος είκοσι χρόνους από τούτον τον δαίμονα
(λογισμούς βλασφημίας), έλιωσε την σάρκα του με νηστείες και αγρυπνίες. Και
αφού δεν είδε από αυτά καμία ωφέλεια, έγραψε το πάθος σε χαρτί και πήγε και το
έδωσε σε κάποιον άγιο άνδρα. Έπεσε δε κατά πρόσωπον στη γη και δεν μπορούσε να
ανυψώσει προς αυτόν το βλέμμα του.
Ο γέροντας μόλις το διάβασε, χαμογέλασε, και
αφού σήκωσε τον αδελφό, του λέγει: «Βάλε, τέκνον μου, το χέρι σου στον αυχένα
μου». Αφού το έβαλε ο αδελφός, του λέγει ο μέγας εκείνος: «Ας είναι επάνω στον
τράχηλό μου, αδελφέ, αυτή η αμαρτία, όσα χρόνια την είχες ή θα την έχεις ακόμη.
Μόνο εσύ να μην την υπολογίζεις πλέον καθόλου».
Και ο αδελφός αυτός διαβεβαίωνε
ότι δεν πρόφθασε να βγει από το κελί του γέροντος, και το πάθος έγινε άφαντο.
Τούτο το περιστατικό μού το διηγήθηκε δοξάζοντας τον Θεό ο ίδιος αδελφός στον
οποίον συνέβη.
Ιωάννης ο Σιναΐτης
Κλίμαξ, Λόγος ΚΓ΄
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου