Ο Ων

Ο Ων
"Μην κοιτάς τ'αγκάθια...ψάξε για το ρόδο"

29 Δεκ 2015

Τα ψεύτικα Χριστούγεννα και ο φαντασιακός εαυτός μας

Όταν κάποιος έρχεται αντιμέτωπος με την πραγματικότητα του εαυτού του, συνήθως δημι­ουργείται μια βαθιά σύγκρουση μέσα του, ανάμε­σα στις ψεύτικες δυνάμεις που στηρίζουν τον εαυ­τό του και την πραγματική του αδυναμία. Παρό­λο πού αυτή η σύγκρουση είναι τόσο έντονη, κά­νουμε τρομερές προσπάθειες να την αγνοήσουμε. Ο βασικός λόγος γι' αυτό είναι το ότι αυτή η σύγκρουση προκαλεί αρκετό πόνο, γιατί αναγκά­ζει τον άνθρωπο να παραδεχθεί τη δική του αν­θρώπινη αδυναμία να αντιμετωπίσει τη ζωή.

Η δυσκολία του σημερινού άνθρωπου να δεχθεί την αδυναμία του και να αντιμετωπίσει το υπαρ­ξιακό του κενό εκφράζεται με την ανάπτυξη του τεχνοκρατικού πολιτισμού. Κτίζονται και κατα­σκευάζονται πράγματα πού μας προκαλούν κα­τάπληξη και θαυμασμό. Για να καλύψουμε το κενό πού νιώθουμε, αγοράζουμε τόσα πολλά αντι­κείμενα πού δεν χωράνε στα σπίτια μας. Ακούμε στερεοφωνικά συστήματα πού η μέγιστη έντασή τους βάζει σε κίνδυνο την ακοή μας... Ο φαντα­στικός και τεχνητός κόσμος πού έχουμε δημιουρ­γήσει γύρω απ' τα Χριστούγεννα, ιδιαίτερα με τα διάφορα «παιχνίδια» μας, εκφράζει επίσης αυτή τη δυσκολία.

Όλη αύτη η ανάπτυξη δεν είναι τίποτε άλλο παρά η προσπάθεια του σημερινού ανθρώπου να διαβεβαιώσει τον εαυτό του ότι έχει τις δυνατότη­τες να συνεχίσει τη ζωή του, Η προσπάθεια αυτή, όμως, δε δημιουργεί τίποτε άλλο από μια ψεύτικη δύναμη, μια υπερηφάνεια και έναν εγωισμό πού καλύπτει τη χαμηλή αυτοεκτίμηση και το βασα­νιστικό συναίσθημα κατωτερότητας. Γι' αυτό ο άγιος Γρηγόριος γράφει ότι η υπερηφάνεια δεν είναι παρά μια «κατωφερής άνοδος». Επίσης, αύτη η ψεύτικη δύναμη δεν αφήνει κανένα περιθώριο για το πλησίασμα των ανθρώπων, γιατί δημιουργεί σκληρότητα και αναισθησία, η οποία με τη σειρά της εντείνει την προσωπική θλίψη και τον πόνο.

π.Σταύρος Κοφινάς

26 Δεκ 2015

Η ΑΓΑΠΗ-George Herbert 1593-1633

Η Αγάπη προσφέρθηκε και με υποδέχτηκε, όμως η ψυχή μου αποτραβήχτηκε,

Ένοχη από σκόνη και αμαρτία.

Αλλά η Αγάπη άμεσα, παρατηρώντας ότι δίσταζα,

Από την πρώτη είσοδό μου,

Με πλησίασε, ρωτώντας με γλυκά,

εάν μου έλειπε κάτι.



Ένας καλεσμένος, απάντησα, που να αξίζει να βρίσκεται εδώ:

Η Αγάπη είπε,  Εσύ θα είσαι αυτός.

Εγώ, ο αγενής, ο αγνώμων? Αχ αγαπητέ μου,

δεν μπορώ να σε αντικρίσω.

Η Αγάπη πήρε το χέρι μου, και απάντησε χαμογελώντας,

Ποιος έφτιαξε τα μάτια παρά εγώ?



Αλήθεια Κύριε, αλλά τα αμαύρωσα: άφησε την ντροπή μου

να πάει εκεί που της αξίζει.

Και μήπως δεν γνωρίζεις, λέει η Αγάπη, ποιος βάσταξε την ευθύνη?

Αγαπητέ μου, τότε εγώ θα υπηρετήσω.

Πρέπει να καθίσεις, λέει η αγάπη, και να γευτείς τη σάρκα μου:

Και έτσι κάθισα και έφαγα.


Οι Μοιραίοι-Κώστας Βάρναλης

Μες την υπόγεια την ταβέρνα,
μες σε καπνούς και σε βρισιές
(απάνω στρίγγλιζε η λατέρνα)
όλ'η παρέα πίναμ' εψες'
εψές, σαν όλα τα βραδάκια,
να πάνε κάτου τα φαρμάκια.

Σφιγγόταν ένας πλάι στον άλλο
και κάπου εφτυούσε καταγής.
Ω! πόσο βάσανο μεγάλο
το βάσανο είναι της ζωής!
Όσο κι ο νους να τυραννιέται,
άσπρην ημέρα δε θυμιέται.

Ήλιε και θάλασσα γαλάζα
και βάθος τ' άσωτ' ουρανού!
Ω! της αυγής κροκάτη γάζα,
γαρούφαλα του δειλινού,
λάμπετε, σβήνετε μακριά μας,
χωρίς να μπείτε στην καρδιά μας!

Του ενός ο πατέρας χρόνια δέκα
παράλυτος, ίδιο στοιχειό'
τ' άλλου κοντόημερ' η γυναίκα
στο σπίτι λιώνει από χτικιό'
στο Παλαμήδι ο γιός του Μάζη
κ' η κόρη του Γιαβή στο Γκάζι.

- Φταίει το ζαβό το ριζικό μας!
- Φταίει ο Θεός που μας μισεί!
- Φταίει το κεφάλι το κακό μας!
- Φταίει πρώτ' απ' όλα το κρασί!
Ποιος φταίει; ποιος φταίει; Κανένα στόμα
δεν το βρε και δεν το 'πε ακόμα.

Έτσι στη σκότεινη ταβέρνα
πίνουμε πάντα μας σκυφτοί.
Σαν τα σκουλήκια, κάθε φτέρνα
όπου μας εύρει μας πατεί.
Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα,

προσμένουμε, ίσως, κάποιο θάμα!

15 Δεκ 2015

Λόγος περί της του Χριστού Γεννήσεως του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου

Πρωτότυπο κείμενο

Μυστήριον ξένον καὶ παράδοξον βλέπω· ποιμένες μου περιηχοῦσι τὰ ὦτα, οὐκ ἔρημον συρίζοντες μέλος, ἀλλ’ οὐράνιον ᾄδοντες ὕμνον. Ἄγγελοι ᾄδουσιν,  ἀρχάγγελοι μέλπουσιν, ὑμνεῖ τὰ Χερουβὶμ, δοξολογεῖ τὰ Σεραφὶμ, πάντες ἑορτάζουσι Θεὸν ἐπὶ γῆς ὁρῶντες, καὶ ἄνθρωπον ἐν οὐρανοῖς· τὸν ἄνω κάτω δι’ οἰκονομίαν, καὶ τὸν κάτω ἄνω διὰ φιλανθρωπίαν. Σήμερον Βηθλεὲμ τὸν οὐρανὸν ἐμιμήσατο· ἀντὶ μὲν ἀστέρων ἀγγέλους ὑμνοῦντας δεξαμένη, ἀντὶ δὲ ἡλίου τὸν τῆς δικαιοσύνης ἀπεριγράπτως χωρήσασα. Καὶ μὴ ζήτει πῶς· ὅπου γὰρ βούλεται Θεὸς, νικᾶται φύσεως τάξις. Ἠβουλήθη γὰρ, ἠδυνήθη, κατῆλθεν, ἔσωσε· σύνδρομα τὰ πάντα τῷ Θεῷ. Σήμερον ὁ ὢν τίκτεται, καὶ ὁ ὢν γίνεται ὅπερ οὐκ ἦν· ὢν γὰρ Θεὸς, γίνεται ἄνθρωπος, οὐκ ἐκστὰς τοῦ εἶναι Θεός. Οὐδὲ γὰρ κατ’ ἔκστασιν θεότητος γέγονεν ἄνθρωπος, οὐδὲ πάλιν κατὰ προκοπὴν ἐξ ἀνθρώπου γέγονε Θεός· ἀλλὰ Λόγος ὢν, διὰ τὸ ἀπαθὲς σὰρξ ἐγένετο, ἀμεταβλήτου μενούσης τῆς φύσεως.

Πάντων οὖν σκιρτώντων, σκιρτῆσαι θέλω κἀγὼ, χορεῦσαι βούλομαι, πανηγυρίσαι θέλω· χορεύω δὲ, οὐ κιθάραν πλήττων, οὐ θυρσὸν κινῶν, οὐκ αὐλοὺς ἔχων, οὐ δᾷδας ἅπτων, ἀλλ’ ἀντὶ μουσικῶν ὀργάνων τὰ τοῦ Χριστοῦ σπάργανα φέρων. Αὐτὰ γάρ μοι ἐλπὶς, αὐτά μοι ζωὴ, αὐτά μοι σωτηρία, αὐτά μοι αὐλὸς, αὐτά μοι κιθάρα. ∆ιὸ καὶ αὐτὰ ἔρχομαι φέρων, ἵνα τῇ αὐτῶν δυνάμει ἰσχὺν λόγων λαβὼν μετ’ ἀγγέλων εἴπω· ∆όξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ· μετὰ δὲ ποιμένων, Καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία. Σήμερον ὁ γεννηθεὶς ἀῤῥήτως ἐκ Πατρὸς, ἐκ παρθένου τίκτεται, ἀφράστως δι’ ἐμέ. Ἀλλὰ τότε μὲν κατὰ φύσιν ἐκ τοῦ Πατρὸς πρὸ αἰώνων ἐγεννήθη, ὡς ὁ γεννήσας οἶδε· σήμερον δὲ πάλιν παρὰ φύσιν ἐτέχθη, ὡς ἡ τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἐπίσταται χάρις. Καὶ ἡ ἄνω αὐτοῦ γέννησις ἀληθὴς, καὶ ἡ κάτω γέννησις ἀψευδὴς, καὶ ἀληθῶς Θεὸς ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθη, καὶ ἀληθῶς ἄνθρωπος ὁ αὐτὸς ἐκ παρθένου ἐτέχθη. Ἄνω μόνος ἐκ μόνου Μονογενὴς, κάτω μόνος ἐκ παρθένου μόνης Μονογενὴς ὁ αὐτός. Ὥσπερ γὰρ ἐπὶ τῆς ἄνω γεννήσεως ἀσεβὲς ἐννοῆσαι μητέρα· οὕτω βλάσφημόν ἐστιν ὑπολαβεῖν καὶ ἐπὶ τῆς κάτω γεννήσεως πατέρα. Ὁ Πατὴρ ἀῤῥεύστως ἐγέννησε, καὶ ἡ παρθένος ἀφθόρως ἔτεκεν· οὔτε γὰρ ὁ Θεὸς ῥεῦσιν ὑπέμεινε γεννήσας· θεοπρεπῶς γὰρ ἐγέννησεν· οὔτε ἡ παρθένος φθορὰν ὑπέμεινε τεκοῦσα· πνευματικῶς γὰρ ἔτεκεν.

Ὥσπερ τεχνίτης εὑρὼν ὕλην χρησιμωτάτην, κάλλιστον ἀπεργάζεται σκεῦος· οὕτω καὶ ὁ Χριστὸς εὑρὼν τῆς παρθένου ἅγιον καὶ τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχὴν, ἔμψυχον ἑαυτῷ κατεκόσμησε ναὸν, ὃν ἐβουλήθη τρόπον πλάσας τὸν ἄνθρωπον ἐν τῇ παρθένῳ, καὶ ἐνδυσάμενος αὐτὸν, σήμερον προῆλθεν, οὐκ αἰδεσθεὶς τὸ δυσειδὲς τῆς φύσεως. Οὐδὲ γὰρ ὕβριν ἔφερεν αὐτῷ, φορέσαι τὸ ἴδιον ἔργον· καὶ τὸ πλάσμα δὲ μεγίστην ἐκαρποῦτο δόξαν, ἔνδυμα τοῦ τεχνίτου γινόμενον. Ὥσπερ γὰρ παρὰ τὴν πρώτην πλάσιν ἀδύνατον ἦν συνεστάναι τὸν ἄνθρωπον, πρὶν ἢ τὸν πηλὸν εἰς τὰς χεῖρας αὐτοῦ ἐλθεῖν· οὕτω καὶ τὸ φθαρὲν σκεῦος ἀδύνατον μεταποιηθῆναι, εἰ μὴ γέγονεν ἔνδυμα τοῦ ποιήσαντος. Ἀλλὰ τί εἴπω, ἢ τί λαλήσω; Ἐκπλήττει γάρ με τὸ θαῦμα. Ὁ Παλαιὸς ἡμερῶν παιδίον γέγονεν, ὁ ἐπὶ θρόνου ὑψηλοῦ καὶ ἐπηρμένου καθήμενος ἐν φάτνῃ τίθεται, ὁ ἀναφὴς, καὶ ἁπλοῦς, καὶ ἀσύνθετος, καὶ ἀσώματος χερσὶν ἀνθρωπίναις ἑλίσσεται, ὁ τὰ τῆς ἁμαρτίας διασπῶν δεσμὰ σπαργάνοις ἐμπλέκεται, ἐπειδὴ τοῦτο θέλει. Θέλει γὰρ τὴν ἀτιμίαν ποιῆσαι τιμὴν, τὴν ἀδοξίαν ἐνδῦσαι δόξαν, τὸν τῆς ὕβρεως ὅρον, ἀρετῆς δεῖξαι τρόπον. Ὅθεν ὑπέρχεται τὸ ἐμὸν σῶμα, ἵνα ἐγὼ χωρήσω τὸν αὐτοῦ Λόγον· καὶ λαβὼν τὴν ἐμὴν σάρκα, δίδωσί μοι τὸ ἑαυτοῦ Πνεῦμα, ἵνα διδοὺς καὶ λαμβάνων θησαυρόν μοι ζωῆς ἐμπορεύσηται. Λαμβάνει μου τὴν σάρκα, ἵνα με ἁγιάσῃ· δίδωσί μοι τὸ Πνεῦμα αὐτοῦ, ἵνα με διασώσῃ. Ἀλλὰ τί εἴπω, καὶ τί λαλήσω; Ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει. Οὐκέτι λέγεται ὡς γενησόμενον, ἀλλὰ θαυμάζεται ὡς πεπραγμένον.

Μετάφραση

Μυστήριο παράξενο και παράδοξο βλέπω. Ποιμένες ακούγονται στα αυτιά μου, όχι επειδή παίζουν ένα υπαίθριο σκοπό, αλλά επειδή τραγουδούν ουράνιο ύμνο. Άγγελοι τραγουδούν, Αρχάγγελοι μέλπουν, υμνούν τα Χερουβίμ, δοξολογούν τα Σεραφίμ, οι πάντες γιορτάζουν επειδή βλέπουν τον Θεό πάνω στην γή και τον άνθρωπο στους ουρανούς. Τον (Θεό πού είναι) άνω (τώρα να είναι) κάτω από οικονομία και τον (άνθρωπο που είναι) κάτω (τώρα να είναι) άνω από φιλανθρωπία. Σήμερα η Βηθλεέμ τον ουρανό εμιμήθηκε. Επειδή αντί για αστέρια αγγέλους που υμνούν δέχθηκε και αντί για τον ήλιο τον Ήλιο της Δικαιοσύνης απεριγράπτως εχώρεσε. Και μην αναζητάς πως. Επειδή όπου θέλει ο Θεός νικιέται η τάξη της φύσεως. Επειδή θέλησε, το κατόρθωσε, κατήλθε, έσωσε. Όλα (τα κτίσματα) συντρέχουν με τον Θεό (τον Κτίστη). Σήμερα ο Ων τίκτεται και ο Ων γίνεται αυτό που δεν ήταν. Γιατί ενώ είναι Θεός, γίνεται άνθρωπος, χωρίς να πάψει να είναι Θεός. Επειδή δεν έγινε άνθρωπος με το να πάψει να είναι Θεός, αλλά ούτε πάλι με το να προκόψει από άνθρωπος έγινε Θεός. Αλλά ενώ είναι ο (Θεός) Λόγος, έγινε σαρξ (δηλαδή και άνθρωπος) με απάθεια, χωρίς να μεταβληθεί η φύση Του (σημ: στο Ένα πρόσωπο του Χριστού αποδίδονται η Θεία και η ανθρώπινη φύση).

Επειδή λοιπόν όλοι σκιρτούν από χαρά, να σκιρτήσω θέλω κι εγώ, να χορεύσω επιθυμώ, να πανηγυρίσω θέλω. Αλλά χορεύω χωρίς να παίζω κιθάρα, χωρίς να κινώ κλαδιά κισσού, χωρίς να κρατώ αυλούς, χωρίς να ανάβω λαμπάδες, αλλά αντί για μουσικά όργανα κρατώντας τα σπάργανα του Χριστού. Γιατί αυτά είναι η ελπίδα μου, αυτά η ζωή μου, αυτά η σωτηρία μου, αυτά ο αυλός μου, αυτά η κιθάρα μου. Γι’ αυτό κι έρχομαι κρατώντας αυτά, για να λάβω με την δύναμή τους ισχύ λόγων και να πω μαζί με τους Αγγέλους “Δόξα εν υψίστοις Θεώ” και μαζί με τους ποιμένες “κι επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία”. Σήμερα αυτός, που γεννήθηκε αρρήτως εκ του Πατρός, αφράστως τίκτεται από Παρθένο για μένα. Αλλά τότε γεννήθηκε κατά φύσιν από τον Πατέρα πριν τους αιώνες, καθώς ο Πατέρας γνωρίζει. Ενώ πάλι σήμερα παρά φύσιν ετέχθη καθώς γνωρίζει η Χάρη του Αγίου Πνεύματος. Και η άνω γέννησή του αληθής και η κάτω γέννηση αψευδής. Και αληθινά Θεός εκ Θεού εγεννήθη και αληθινά άνθρωπος ο Ίδιος εκ Παρθένου ετέχθη. Άνω μόνος εκ μόνου Μονογενής, κάτω μόνος εκ Παρθένου μόνης Μονογενής ο Ίδιος. Επειδή όπως ακριβώς (είναι) ασεβές να εννοήσουμε μητέρα για την άνω γέννηση έτσι (είναι) βλάσφημο να υπονοήσομε πατέρα για την κάτω γέννηση. Ο Πατέρας γέννησε απαθώς χωρίς να μειωθεί η Θεία Του φύση και η Παρθένος αφθόρως έτεκε. Επειδή ούτε ο Πατέρας έπαθε κάποια μείωση όταν γέννησε, επειδή θεοπρεπώς εγέννησε. Ούτε η Παρθένος έπαθε φθορά όταν έτεκε, επειδή πνευματικώς έτεκε.

Όπως ακριβώς ο τεχνίτης όταν βρει χρησιμότατο υλικό κατασκευάζει ωραιότατο σκεύος έτσι κι ο Χριστός όταν βρήκε της Παρθένου άγιο το σώμα και την ψυχή, κατεκόσμησε για τον εαυτόν Του έμψυχο ναό, με τρόπο που θέλησε έπλασε άνθρωπο μέσα στην Παρθένο και αφού ντύθηκε αυτόν (σημ: από την σύλληψή Του ήταν τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος), σήμερα έρχεται, χωρίς να ντραπεί την ασχήμια της (ανθρώπινης) φύσεως. Επειδή δεν θεωρούσε ύβρη για τον εαυτόν Τον να φορέσει το δικό του έργο. Και το πλάσμα απέκτησε μεγίστη δόξα επειδή έγινε ένδυμα του Τεχνίτη. Επειδή όπως ακριβώς κατά την πρώτη δημιουργία ήταν αδύνατον να κατασκευάσει τον άνθρωπο πριν έλθει ο πηλός στα χέρια Του, έτσι και το φθαρμένο σκεύος ήταν αδύνατον να μεταποιηθεί εάν δεν γινόταν ένδυμα του Δημιουργού. Αλλά τι να πω και τι να λαλήσω; Επειδή το θαύμα με εκπλήττει. Ο Παλαιός των ημερών Παιδί έγινε, Αυτός που κάθεται σε θρόνο υψηλό και ανυψωμένο τοποθετείται σε φάτνη, ο ανέγγιχτος, ο απλός κι ασύνθετος κι ασώματος με ανθρώπινα χέρια τυλίγεται, Αυτός που σπάει τα δεσμά της αμαρτίας με σπάργανα εμπλέκεται, επειδή αυτό θέλει. Επειδή θέλει την ατιμία να την κάνει τιμή, την αδοξία να την ντύσει με δόξα, την ύβρη να κάνει αρετή. Γι’ αυτό και λαμβάνει το δικό μου σώμα για να χωρέσω εγώ τον δικό του Λόγο (σημ: με την Θεία Μετάληψη ο πιστός γίνεται ναός του Χριστού). Και επειδή έλαβε την δική μου σάρκα μου δίνει το δικό Του Πνεύμα. Έτσι ώστε δίνοντας και λαμβάνοντας να μου εμπορευθεί τον θησαυρό της ζωής. Μου λαμβάνει την σάρκα για να με αγιάσει. Μου δίνει το Πνεύμα για να με διασώσει. Αλλά τι να πω και τι να λαλήσω; “Να, η Παρθένος θα συλλάβει”. Δεν λέγεται πια σαν κάτι που θα γίνει, αλλά θαυμάζεται σαν πεπραγμένο.

Διασκευασμένο απόσπασμα από:
“ΛΟΓΟ ΕΙΣ ΤΟ ΓΕΝΕΘΛΙΟΝ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ” του Αγ. Ιωάννη Χρυσοστόμου

η ποιμαντική σκέψη της εβδομάδος-15 Δεκεμβρίου

«Η απαρχή είναι ο Χριστός, έπειτα όσοι είναι του Χριστού.»


(Α' Κορινθίους 15:23).

10 Δεκ 2015

Περί εμπιστοσύνης στο Θεό- Γ. Παΐσιου Αγιορείτου

- Γέροντα, πώς αυξάνει η ψυχική αντοχή;

- Με την ελπίδα και την εμπιστοσύνη στον Θεό, οι οποίες δίνουν δυνάμεις πολλές. Πρέπει να αφήνουμε τον εαυτό μας στα χέρια του Θεού με απόλυτη εμπιστοσύνη και να βλέπουμε την κάθε δοκιμασία σαν δώρο σταλμένο από την αγάπη του Θεού. Ο άνθρωπος που έχει μεγάλη εμπιστοσύνη στον Θεό χαίρεται τα πάντα. Είτε είναι άρρωστος, είτε μένει νηστικός, είτε τον αδικούν, είτε…, είτε…, πιστεύει ότι ο Θεός τα έχει επιτρέψει, ελπίζει στον Θεό και είναι πάντα ασφαλισμένος στο λιμάνι της ελπίδος του Θεού.



Από το βιβλίο «Πάθη και Αρετές», Γέροντος Παΐσιου Αγιορείτου Λόγοι Ε΄

Αν δεν εξηγής ,θα σε δικαιώση ο Θεός

- Γέροντα, πολλές φορές ,όταν μου κάνουν μια παρατήρηση ,νομίζω πως πρέπει να δώσω εξηγήσεις, και λέω: « ναι, έτσι είναι, αλλά… » .

- Τι το θέλεις το « αλλά » ; Το « αλλά » δεν έχει … αλάτι και όλα τα αλλοιώνει με την κακή έννοια. Να λες: « Ευλόγησον, με την ευχή σου άλλη φορά θα προσέχω » .

- Γέροντα, όταν κάποιος βγάλη ένα λανθασμένο συμπέρασμα για μια ενέργειά μου, χρειάζεται να εξηγήσω πώς κινήθηκα;

- Αν έχης πνευματική δύναμη , δηλαδή ταπείνωση, να δεχτής ότι έφταιξες και να μη μιλήσης. Άφησε να σε δικαιώση ο Θεός. Αν δεν μιλήσης εσύ, θα μιλήση μετά ο Θεός. Βλέπεις ο Ιωσήφ, όταν τα αδέλφια του τον πούλησαν, δεν είπε: « Είμαι αδελφός τους . δεν είμαι δούλος. Ο πατέρας μου με αγαπούσε πιο πολύ από όλα τα παιδιά του » . Δεν μίλησε, και μετά μίλησε ο Θεός και τον έκανε βασιλιά. Το νομίζεις, δεν πληροφορεί ο Θεός; Και αν ο Θεός για το συμφέρον σου δείξη την αλήθεια, καλά. Αν όμως δεν την δείξη, πάλι για το συμφέρον σου θα είναι. Όποτε σε αδικεί κάποιος , να σκέφτεσαι ότι δεν σε αδικεί από κακία, αλλά επειδή έτσι είδε τα πράγματα. Ύστερα, αν δεν έχη κακία, ο Θεός θα τον πληροφορήση, θα καταλάβη ότι αδίκησε και θα μετανοήση. Μόνον όταν υπάρχει κακία δεν πληροφορεί ο Θεός, γιατί η συχνότητα στην οποία εργάζεται ο Θεός είναι ταπείνωση- αγάπη.

- Κάνει , Γέροντα, να ζητάω εξηγήσεις μετά από μία παρεξήγηση;

- Χάλασε ο λογισμός σου;

- Όχι.

- Αν δεν χάλασε ο λογισμός σου , δεν χρειάζεται να σου εξηγήση ο άλλος. Αν χάλασε ο λογισμός σου, καλό είναι να δοθεί μία εξήγηση , για να μην χαλάση περισσότερο.

- Γέροντα, αν δεν εξηγής, για να δικαιολογήσης τον εαυτό σου, αλλά λες πώς αντιμετώπισες ένα περιστατικό ,πώς κινήθηκες κ.λ.π.;

- Δεν χρειάζεται . Καλύτερα να λες « ευλόγησον » και να μην εξηγής. Εκτός αν σου ζητήσουν να δώσης εξηγήσεις. Τότε ταπεινά να πης πώς έγινε.

- Δηλαδή , Γέροντα, πότε πρέπει να εξηγή κανείς;

- Όταν πρόκειται να για παρεξήγηση που αφορά άλλους, τότε επιβάλλεται να εξηγήση κανείς, για να βοηθήση μια κατάσταση. Ή όταν είναι κανείς ευαίσθητος, έχη και λίγο εγωισμό και μπορεί να καμφθή, αν δεν μιλήση ,τότε καλύτερα είναι να εξηγήση πώς κινήθηκε.

- Μερικές φορές, Γέροντα, δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε την δικαιολογία από την εξήγηση.


- Η δικαιολογία δεν φέρνει ανάπαυση στην ψυχή, ενώ η εξήγηση φέρνει ανάπαυση και ειρήνη.

Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Γ΄«ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ»
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Η ποιμαντική σκέψη της εβδομάδος-10 Δεκεμβρίου

Στον Μικρό Παρακλητικό Κανόνα ακούμε το ευαγγελικό ανάγνωσμα που περιγράφει τη συνάντηση της Μαρίας με την Ελισάβετ, όπου εισήλθε η Μαρία στον οίκο της Ελισάβετ και την ασπάσθηκε. Τότε «εσκίρτησε το βρέφος εν τη κοιλία» της Ελισάβετ. Το βρέφος (που ήταν ο Αγ. Ιωάννης ο Πρόδρομος) αναγνώρισε ότι η Παρθένος κυοφορούσε τον Χριστό που είναι η Ζωή και ο Σωτήρας του κόσμου, και «εσκίρτησε» από τη χαρά του. 

Ακούγοντας γι' αυτή τη συνάντηση, τίθεται το ερώτημα: Πόσο έχουμε καλλιεργήσει μέσα μας τη δυνατότητα να γνωρίσουμε την παρουσία του Χριστού στη ζωή μας, την εικόνα του Θεού που είναι βαθιά τοποθετημένη στην καρδιά μας και να χαρούμε γι΄αυτό; Επιπλέον, πόσο μπορούμε να αναγνωρίζουμε τις ευκαιρίες που μας δίνει η ζωή, δια της Θείας Χάριτος, ώστε να ζούμε δημιουργικά, να καλλιεργούμε σχέσεις που είναι εμπλουτισμένες με αγάπη και που προσφέρουν ελπίδα για το μέλλον; 

Αντίθετα, μήπως προτιμάμε να αγνοούμε αυτές τις ευκαιρίες/ευλογίες για να αποφύγουμε την ευθύνη που αυτές εμπεριέχουν; Μήπως, επιλέγουμε να μην εκμεταλλευτούμε αυτές τις ευκαιρίες και να βιώσουμε αυτές τις σχέσεις, επειδή φοβόμαστε τον πόνο που μπορεί να υποστούμε από μια πιθανή απογοήτευση ή από μία αποτυχία ή ακόμη και από το ενδεχόμενο ενός αποχωρισμού; Μήπως προτιμάμε να μείνουμε στον Άδη της μεμψιμοιρίας, της θλίψης και της απογοήτευσής μας παρά να μεταβούμε στην αληθινή ζωή, όπου δεσπόζει στο φώς της Αναστάσεως, εκεί που είναι κανείς ερωτευμένος με τον Θεό και τους ανθρώπους γύρω του, σε μια ζωή που δεν έχει τέλος; 


π. Σταύρος Κοφινάς

6 Δεκ 2015

Προσευχή στον Χριστό

Είσαι πάντα ανάμεσά μας, άλλα χωρίς οι περισσότεροι να σε βλέπουμε. Εσένα μόνο έχουμε ανάγκη, Εσένα και κανέναν άλλον. Μονάχα Συ μας αγαπάς με την αγάπη που χρωστάμε στον εαυτό μας και που δεν την έχουμε. Και Συ μονάχα μπορείς να αισθάνεσαι την ανάγκη που Σου έχουμε ιδιαιτέρως τώρα. Όλοι έχουν την ανάγκη Σου, κι αυτοί ακόμα που δεν τη νοιώθουν. Πολύ περισσότερο αυτοί που δεν τη νοιώθουν.

Ο πεινασμένος θαρρεί πως ζητά ψωμί και ζητά Εσένα.

Ο άρρωστος υποθέτει ότι του λείπει η υγεία κι αυτό που του λείπει είσαι Συ.

Όποιος γυρεύει την ωραιότητα σ’ αυτόν τον κόσμο, γυρεύει άθελά του Εσένα που είσαι η μοναδική και τελεία ωραιότης.

Όποιος ψάχνει για την αλήθεια, ψάχνει χωρίς να το καταλαβαίνει για Σένα που είσαι η μόνη αλήθεια που αξίζει να μάθη κανείς.

Κι όποιος απλώνει το χέρι του με αγωνία προς την ειρήνη, τ’ απλώνει προς Εσένα, που είσαι η μόνη ειρήνη στην οποία μπορούν να βρουν ανάπαυση οι καρδιές.

Όλοι Σε φωνάζουμε, χωρίς να το ξέρουμε. Έχουμε ανάγκη του βλέμματός Σου, που μονάχα μία ακτίνα του μπορεί ν’ αναστατώσει και να σώσει τις ψυχές μας· της φωνής Σου, που μια μονάχα λέξη της μπορεί να μας βγάλει από τον λάκκο της πτώσεώς μας.

Αν ήσουν ένας Θεός ζηλότυπος και αμείλικτος, ένας Θεός που μισεί κι εκδικείται, ένας Θεός που δεν ξέρει την αγάπη, αλλά μόνο τη δικαιοσύνη, δεν θα μας άκουγες. Γιατί όσο κακό μπορούσαν να Σου κάνουν οι άνθρωποι, Σου το έκαναν ήδη. Εκατομμύρια Ιούδες Σε φίλησαν αφού Σε πρόδωσαν ανάμεσά μας. Λεγεώνες Φαρισαίων Σε βλασφημούν με την υποκρισία τους. Ένας απέραντος όχλος μέσα στους αιώνες ζητά διαρκώς τον θάνατό Σου. Και Πιλάτοι αναρίθμητοι, ντυμένοι μαύρα και κόκκινα, Σε παραδίνουν στον θάνατο, αφού αναγνωρίσουν την αθωότητά Σου.

Αλλά όπως την πρώτη φορά, έτσι κι όλες τις φορές Εσύ συγχωρείς. Εσύ που έζησες ανάμεσά μας, ξέρεις πόσο βαθειά είμαστε διεφθαρμένοι. Σε απωθήσαμε, γιατί ήσουν πολύ αγνός για μας. Σε καταδικάσαμε να πεθάνεις, γιατί ήσουν η καταδίκη της ζωής μας. Όλες οι γενεές είναι απαράλλαχτες με τη γενεά που Σε σταύρωσε.

Αλλ' εμείς, που κάπως Σε πιστεύουμε και που Σε ζητάμε, θέλουμε να έλθεις μέσα στη δόξα Σου το γρηγορότερο. Θα Σε περιμένουμε κάθε μέρα, παρά την αναξιότητα και τις αδυναμίες μας. Κι όλη η αγάπη που απόμεινε στις φτωχές μας καρδιές, είναι για Σένα, Θείε Εσταυρωμένε, που υπέφερες αγαπώντας μας και τώρα μας κάνεις να υποφέρουμε αγαπώντας Σε.


Τζ. Παπίνι, Η ιστορία του Χριστού

4 Δεκ 2015

Λόγος προς καθαίρεσιν υπερηφανείας-Αγίου Εφραίμ του Σύρου

«…Καθώς η αρχή και το τέλος των αγαθών είναι η ταπεινοφροσύνη, ούτως η αρχή και το τέλος των κακών είναι η υψηλοφροσύνη. Πανούργο δε και πολύμορφο είναι το ακάθαρτο αυτό πνεύμα της υπερηφάνειας· γι’ αυτό αγωνίζεται να υποδουλώσει τους πάντες και σε καθένα στήνει ιδιαίτερη παγίδα· το σοφό ζητεί να τον παγιδεύσει με τη σοφία· τον ισχυρό με την ισχύ· …τον όμορφο με την ομορφιά· τον εύγλωττο με την ευγλωττία, τον καλλίφωνο με την καλλιφωνία.

Ομοίως δεν σταματά από το να πειράζει και αυτούς που καταγίνονται με τα πνευματικά· αυτόν που αποτάσσεται τον κόσμο με την αποταγή· τον εγκρατή με την εγκράτεια, …τον ακτήμονα με την ακτημοσύνη· τον πολυμαθή με την πολυμάθεια· τον ευλαβή με την ευλάβεια…
Γι’ αυτό και ο Κύριος επειδή γνωρίζει το δεινό αυτό πάθος, …έδωσε σε μας την ταπεινοφροσύνη σαν τρόπαιο κατ’ αυτού, όταν είπε· «Όταν κάνετε όλα όσα έχουν διαταχθεί σε σας, να λέτε ότι είμαστε αχρείοι δούλοι»…».

Ταπείνωση Αγίου Εφραίμ του Σύρου

«…σημάδια και γνωρίσματα εκείνου που έχει την αληθινή ταπείνωση είναι αυτά:

Το να θεωρεί τον εαυτό του ότι είναι αμαρτωλότερος απ’ όλους τους αμαρτωλούς και δεν έκανε κανένα καλό μπροστά στο Θεό.

Το να μέμφεται τον εαυτό του σε κάθε ευκαιρία και σε κάθε τόπο και σε κάθε πράξη.

Το να μην κατηγορήσει κάποιον ούτε να νομίζει ότι υπάρχει πάνω στη γη κάποιος αισχρότερος απ’ αυτόν ή …αμελέστερος, αλλά να τους επαινεί και να τους δοξάζει όλους πάντοτε.

Το να μην κατακρίνει ή να εξευτελίσει ή να κακολογήσει ποτέ κάποιον.

Το να σιωπά πάντοτε και να μη λέει κάτι χωρίς εντολή ή επιτακτική ανάγκη….να μιλά ή να απαντά ατάραχα και ήσυχα και σπάνια σαν να εξαναγκάζεται και να ντρέπεται να μιλήσει.

Το να μη μετρά τον εαυτό του σε κάτι.

Το να μη φιλονικήσει με κάποιον …αλλά αν λέει σωστά να λέει και ο ίδιος, ναι. Αν όμως λέει λαθεμένα, να λέει εσύ ξέρεις!

Το να έχει υπακοή και να απεχθάνεται το θέλημά του σαν καταστρεπτικό πράγμα.

Το να έχει πάντοτε το βλέμμα του στραμμένο κάτω.

Το να έχει μπροστά στα μάτια του το θάνατο.

Το να μη λέει λόγια ανώφελα ή να μιλά ανόητα ή να λέει ψέματα.

Το να μην αντιμιλά στον μεγαλύτερο.

Το να υπομένει με χαρά τις προσβολές, τους εξευτελισμούς, τις τιμωρίες.

Το να μισήσει την ανάπαυση και να αγαπήσει τον κόπο.

Και το να μην παροργίσει κάποιον ή να πληγώσει τη συνείδηση κάποιου.

…είναι μακάριος εκείνος που τα έχει, διότι από εδώ έγινε σπίτι και ναός του Θεού!

Και ο Θεός κατοίκησε μέσα του και έγινε κληρονόμος της βασιλείας των ουρανών!»

Εφραίμ ο Σύρος

Τα παιδιά της Υπερηφανείας (Όσιος Παϊσιος Βελιτσκόφσκυ)


Η  ΥΠΕΡΗΦAΝΕΙΑ  γεννάει  την  φιλοδοξία-

η  φιλοδοξία  γεννάει  τη  φιληδονία

η φιληδονία  γεννάει  τη  γαστριμαργία  και  την  πορνεία

η πορνεία γεννάει  την  οργή  που  αφαιρεί  τη  θέρμη  της  καρδίας  και  είναι  καταστροφή  για  κάθε  αρετή

η  οργή  γεννάει  τη  μνησικακία  που  απομακρύνει  την  πνευματική  θέρμη

η μνησικακία  γεννάει  τη  σκοτεινή  και  μοχθηρή  βλασφημία

η   βλασφημία  γεννάει  την  άκαιρη  λύπη  που  σαν  σκουριά  κατατρώει  τον  άνθρωπο

η  λύπη  γεννάει  την  άλογη  αναίδεια

η  αναίδεια  γεννάει  τη  ματαιοδοξία  που  βάζει  τον  άνθρωπο  να  επιδεικνύει  τις  αρετές  του χάνοντας  έτσι  το  μισθό  του

η  ματαιοδοξία  γεννάει  την  ακατάσχετη  φλυαρία

η  φλυαρία  γεννάει  την  αργολογία, το  ψέμα,  τη  συκοφαντία, την  κατάκριση, τον  διασκορπισμό  του  νου, την  αιχμαλωσία, την  απελπισία


η απελπισία  γεννάει  τα  εφιαλτικά  όνειρα.

2 Δεκ 2015

Η ελπίδα και η εμπιστοσύνη στον Θεό

από το βιβλίο : Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ, ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄, ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

Είναι πολύ αναγκαίο σε αυτό τον πόλεμο, το να μην εμπιστευώμαστε τον εαυτόν μας, όπως είπαμε· παρόλα αυτά, εάν απελπισθούμε μόνο, δηλαδή, εάν αποβάλουμε, μόνον κάθε πεποίθησι του εαυτού μας, βέβαια, ή τραπούμε σε φυγή, ή θα νικηθούμε, και θα κυριευθούμε από τους εχθρούς. Γι’ αυτό, κοντά στη ολοκληρωτική απάρνησι του εαυτού μας, χρειάζεται ακόμη και η πλήρης ελπίδα και εμπιστοσύνη στό Θεό, ελπίζοντας δηλαδή από αυτόν μόνο κάθε καλόν και κάθε βοήθεια και νίκη.

Γιατί, καθώς από τον εαυτό μας, όπου είμαστε το τίποτα, τίποτα άλλο δεν περιμένουμε, παρά γκρεμίσματα και πτώσεις, για τα οποία και πρέπει να μην έχουμε εμπιστοσύνη στόν εαυτό μας τελείως, κατά αυτό τον τρόπο θα απολαύσουμε οπωσδήποτε από τον Θεόν κάθε νίκη, αμέσως μόλις οπλίσουμε την καρδιά μας με μίαν ζωντανή ελπίδα σε αυτόν, ότι θα λάβουμε την βοήθεια του σύμφωνα με εκείνο το ψαλμικό «σ’ αυτόν έλπισε η καρδιά μου και βοηθήθηκα» (Ψαλμ. 27,9).

Αυτη την ελπίδα, μαζί και βοήθεια, μπορούμε να πετύχουμε για τέσσερις λόγους.

α') Γιατί την ζητάμε από ένα Θεό, ο οποίος με το να είναι Παντοδύναμος, ο,τι θέλει μπορεί να το κάνη και στη συνέχεια μπορεί να βοηθήση και μας.

β') Γιατί, την ζητάμε από ένα Θεό ο οποίος, όντας άπειρα σοφός, όλα, τα πάντα γνωρίζει με πλήρη τελειότητα, και επομένως γνωρίζει όλο εκείνο που ταιριάζει στη σωτηρία μας.

γ') Γιατί ζητάμε αυτή την βοήθεια, από ένα Θεό, ο οποίος, για να είναι ατέλειωτα αγαθός, με μία αγάπη και θέλησι που δεν περιγράφεται, είναι πάντα έτοιμος για να δώση από ώρα σε ώρα, και από στιγμή σε στιγμή, όλη τη βοήθεια που μας χρειάζεται, για την πνευματική και ολοκληρωτική νίκη του εαυτού μας, αμέσως όταν τρέξουμε στην αγκαλιά του με σταθερή ελπίδα.

Καί πως είναι δυνατόν, ο καλός εκείνος Ποιμένας μας, που έτρεχε τριαντατρία χρόνια αναζητώντας το χαμένο πρόβατο, με τόσο δυνατές φωνές, που βράχνιασε ο λάρυγκας, που περπάτησε δρόμο τόσο κοπιαστικό και ακανθώδη, που εχυσε όλο του το αίμα και έδωσε τη ζωή, πως είναι δυνατόν, λέω, τώρα που αυτό το πρόβατο ακολουθεί πίσω του, και με επιθυμία φωνάζει, και τον παρακαλεί, να μη γυρίσεη σε αυτό τους οφθαλμούς του; πως μπορεί να μην το ακούσεη; και να μην το βάλη στους θείους του ώμους, κάνοντας γιορτή με όλους τους Αγγέλους του ουρανού; και αν ο Θεός μας δεν παύει από το να γυρεύη με μεγάλη επιμέλεια και αγάπη, να βρη κατά την ευαγγελική παραβολή, τη χαμένη δραχμή, τον τυφλό και κωφό αμαρτωλό, πως γίνεται τώρα να εγκαταλείψη αυτόν, που σάν χαμένο πρόβατο, φωνάζει και καλεί τον δικό του Ποιμένα; και ποιός θα πιστέψη ποτέ, πως ο Θεός, που χτυπάει πάντα την καρδιά του ανθρώπου, επιθυμώντας να μπη μέσα και να δειπνήση, σύμφωνα με την ιερή Αποκάλυψι12, δίνοντας σε αυτόν τα χαρίσματά του, ότι, όταν του ανοίγη την καρδιά ο άνθρωπος και τον προσκαλή, αυτός θα έπρεπε να κάνη με την θέλησί του τον κωφό και να μη θέλη να μπη;

Ο δ' τρόπος για ν’ απόκτηση κάποιος αυτήν την στο Θεόν ελπίδα και βοήθεια, είναι το να τρέξη με την μνήμη του στην αλήθεια των θείων Γραφών, οι οποίες, σε τόσα μέρη μας δείχνουν φανερά, οτι δεν έμεινε ποτέ ντροπιασμένος και αβοήθητος, όποιος έλπισε στον Θεό. «Κοιτάξτε τις αρχαίες γενεές και στοχασθήτε· ποιος εμπιστεύθηκες στον Κύριο και καταντροπιάσθηκε;» (Σειράχ 2,9)13.

Με τα τέσσαρα λοιπόν αυτά όπλα οπλίσου, αδελφέ μου. Και άρχισε το έργο, και πολέμησε για να νικήσης· και βέβαια από αυτά θα αποκτήσης, όχι μόνον την ολοκληρωτική ελπίδα στον Θεό, αλλά και την ολοκληρωτική απελπισία στον εαυτό σου, για την οποία δεν παραλείπω να σου υπενθυμίσω και σε αυτό το κεφάλαιο, οτι έχεις πολλή ανάγκη από την γνώσι της· επειδή, στόν άνθρωπο είναι τόσον πολλή προσκολλημένη η εμπιστοσύνη στον εαυτό του, ότι είναι κατά κάποιον τρόπο κάτι και τόσο λεπτή, που σχεδόν πάντα ζή κρυφά μέσα στην καρδιά μας, και μας φαίνεται πως δεν έχομε εμπιστοσύνη στόν εαυτό μας και έχομε ελπίδα στό Θεό. Οπότε, για να φεύγης εσύ, όσο μπορείς, αύτη την μάταιη υπόληψι, και να εργάζεσαι με την έλειψι εμπιστοσύνης στόν εαυτό σου και με την ελπίδα στό Θεό, είναι ανάγκη να προπορεύεται η σκέψις της αδυναμίας σου, πιό πρίν από την σκέψη της παντοδυναμίας του Θεού, και πάλι αυτές οι δύο μαζί να προπορεύωνται πρίν από κάθε μας πράξι.

12 Τα λόγια της Αποκαλύψεως είναι αυτά: «Να, στέκομαι μπροστά στην πόρτα και κτυπώ. Αν κάποιος ακούση την φωνή μου και μου ανοίξη την πόρτα, θα μπω στο σπίτι του και θα δειπνήσω μαζί του κι αυτός μαζί μου» (3, 20).

13 Για αυτό και ο βασιλεύς Αύγαρος, αφού αναστήλωσε την αχειροποίητη εικόνα του Κυρίου μας, πάνω στην Πόρτα της πόλης Έδεσσα, έγραψε και αυτά τα λόγια σε αυτή «Χριστέ ο Θεός, ο είς σε ελπίζων, ουκ αποτυγχάνει ποτέ» (από τον Συναξαριστή της ις' του Αυγούστου).

ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ Στρατηγοῦ Μακρυγιάννη

Μπαίνοντας εἰς αὐτὸ τὸ ἔργον καὶ ἀκολουθώντας νὰ γράφω δυστυχήματα ἀναντίον τῆς πατρίδος καὶ θρησκείας, ὁποῦ τῆς προξενήθηκαν ἀπὸ τὴν ἀνοησίαν μας καὶ ῾διοτέλειά μας καὶ ἀπὸ θρησκευτικοὺς καὶ ἀπὸ πολιτικοὺς καὶ ἀπὸ ῾μᾶς τοὺς στρατιωτικούς, ἀγαναχτώντας καὶ ἐγὼ ἀπ᾿ οὗλα αὐτά, ὅτι ζημιώσαμε τὴν πατρίδα μας πολὺ καὶ χάθηκαν καὶ χάνονται τόσοι ἀθῶοι ἄνθρωποι, σημειώνω τὰ λάθη ὁλωνῶν καὶ φτάνω ὡς σήμερον, ὁποῦ δὲν θυσιάζομε ποτὲς ἀρετὴ καὶ πατριωτισμὸν καὶ εἴμαστε σὲ τούτην τὴν ἄθλια κατάστασιν καὶ κιντυνεύομεν νὰ χαθοῦμεν.

Τὸ Ἔθνος ἀφανίστη ὅλως διόλου καὶ ἡ θρησκεία ἐκκλησία εἰς τὴν πρωτεύουσα δὲν εἶναι καὶ μᾶς γελᾶνε ὅλος ὁ κόσμος. ... Ὅ,τι τοῦ λὲς ἡ θρησκεία δὲν εἶναι τίποτας! Ἀλλοίμονο ῾σ ἐκείνους ὁποῦ χύσανε τὸ αἷμα τους καὶ θυσιάσανε τὸ δικόν τους νὰ ἰδοῦνε τὴν πατρίδα τους νὰ εἶναι τὸ γέλασμα ὅλου τοῦ κόσμου καὶ νὰ καταφρονιῶνται τ᾿ ἀθῷα αἵματα ὁποῦ χύθηκαν!

Ὅταν μοῦ πειράζουν τὴν πατρίδα μου καὶ θρησκεία μου, θὰ μιλήσω, θὰ ῾νεργήσω κι᾿ ὅ,τι θέλουν ἂς μοῦ κάμουν.


Μοῦ λέγει (ὁ Ὄθων): «Τί θέλεις νὰ μοῦ εἰπῆς τώρα;» «Ψέματα θέλεις νὰ σοῦ εἰπῶ ἢ ἀλήθεια;» «Ἐγώ», μοῦ λέγει, «ποτὲς δὲν ἀκῶ ψεύματα· ὅλο ἀλήθειες». Τοῦ λέγω, «ἐγὼ ἔχω γιομάτες δυὸ τζέπες μίαν μὲ ψέματα, τὴν ἄλλη μ᾿ ἀλήθειες. Τώρα τί ἀγαπᾶς;» «Ἀλήθεια» μοῦ λέγει. Γυρίζω τὰ μάτια μου εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ὁρκίζομαι εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ νὰ εἰπῶ τὴν ἀλήθεια γυμνὴ ἐμπροστά του. Τοῦ λέγω «Ἡ ἀλήθεια εἶναι πικρὴ καὶ θὰ μὲ πάρης πίσου εἰς τὴν ὀργή σου. Ὅμως διὰ πάντα νὰ εἶμαι εἰς τὴν ὀργή σου, τὴν ἀλήθεια θὰ σοῦ λέγω, ὅτ᾿ εἶναι τοῦ Θεοῦ· τὸ ψέμα τοῦ διαβόλου. Καὶ δὲν εἶναι καιρὸς νὰ κρύβεται ἡ ἀλήθεια.

Τὸ νόημα τῆς ἀγάπης


Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος

Τὸ νόημα τῆς ἀγάπης εἶναι τὸ νόημα τῆς ζωῆς, ἐπειδὴ ἀγάπη, παρότι πολὺ συχνὰ πιστεύουμε ἤ φανταζόμαστε, δὲν εἶναι ἕνα ἁπλὸ συναίσθημα. Ὅταν μιλᾶμε γιὰ τὸν Θεὸ, καὶ λέμε ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη, δὲν ἐννοοῦμε ὅτι Αὐτὸς εἶναι ἕνα συναίσθημα δίχως τέλος. Ἐννοοῦμε κάτι βαθύτερο ἀπ’ αὐτὸ: ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι πλοῦτος ζωῆς και ὕπαρξης. Καὶ αὐτὸ βρίσκει ἐφαρμογὴ στὴν δική μας ἀνθρώπινη ἀγάπη.

Κάποιος ποὺ κατέχεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη εἶναι ἕνας ἄνθρωπος ποὺ ἔχει μέσα του πλοῦτο ζωῆς, στὸν ὁποῖο ἡ αἴσθηση τῆς ζωῆς, ἡ δύναμη τῆς ζωῆς εἶναι τόσο πλήρης, τόσο σπουδαία, ὥστε αὐτὴ ἡ ἀγάπη εἶναι σίγουρη γιὰ τὸν ἑαυτό της. Καὶ αὐτὸ γεννάει χαρά, κουράγιο, ἐνθουσιασμό, καὶ πηγαίνει τόσο βαθιὰ ὥστε φτάνει πέρα ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸ θάνατο.

Ἡ Ἁγία Γραφὴ λέει ὅτι ἡ ἀγάπη εἶναι πιὸ δυνατὴ ἀπὸ τὸν θάνατο. Πράγματι εἶναι πιὸ δυνατὴ ἐπειδὴ ἔχει τοποθετήσει τὸν ἑαυτό της μέσα ἀπὸ τὴν πληρότητα της, τὴν δύναμή της, τὴν ἔνταση της στὸ βασίλειο τῆς ἀνάστασης, στὸ βασίλειο τῆς αἰώνιας ζωῆς. Καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ ἡ ἀγάπη εἶναι ἱκανὴ γιὰ μιὰ ἔσχατη θυσία, ὄχι μόνο ὅταν προσφέρουμε καὶ δεχόμαστε, ἀλλὰ μὲ τὸ νὰ θυσιάζει κάποιος τὴν ἴδια του τὴ ζωή, γιατὶ αὐτὴ ἡ ζωή, ἐὰν προσφέρεται, σημαίνει ὅτι τὴν κατέχει κάποιος στὴν πληρότητα της. Εἶναι πλοῦτος ζωῆς ποὺ ἐκφράζεται μέσα ἀπὸ τὴν ἔσχατη θυσία. Ἴσως νὰ θυμόσαστε τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ: « Κανεὶς δὲν μοῦ ἀφαιρεῖ τὴν ζωή, τὴν προσφέρω ὁ ἴδιος ἐλεύθερα ». Ἡ ἀγάπη, ἡ πληρότητα τῆς ζωῆς ποὺ αὐτὴ ἐκφράζει, εἶναι ἄτρωτη. Οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νὰ μᾶς πάρουν τὴ ζωή, μποροῦν νὰ μᾶς ὑποβάλλουν σὲ ὁποιαδήποτε δοκιμασία, καὶ ὅμως ἕνας ἄνθρωπος παραμένει ἀλώβητος ἐπειδὴ κανένας στὴ πραγματικότητα δὲν τοῦ ἀφαιρεῑ τὴν ζωή· τὸ πρόσωπο ποὺ ἀγαπάει προσφέρει.

Θὰ ἤθελα νὰ σᾶς δώσω ἕνα παράδειγμα. Στὴ διάρκεια τῆς Ρωσικῆς Ἐπανάστασης μία μητέρα μὲ δύο παιδιὰ κρυβόταν σὲ μιὰ μικρὴ πόλη. Ἕνα βράδυ ἦλθε μιὰ γυναίκα, τόσο νέα, στὰ εἴκοσι της χρόνια, καὶ τῆς εἶπε ὅτι ἐπρόκειτο νὰ συλληφθεῖ τὴ νύχτα γιὰ νὰ ἐκτελεστεῖ. Ἡ μητέρα κοίταξε τὰ παιδιά, καὶ ἡ καινούργια της φίλη τῆς εἶπε, « Μὴν ἀνησυχεῖς, πήγαινε καὶ κρύψου.» Καὶ ἡ μητέρα εἶπε, « Πῶς θὰ μποροῦσα νὰ φύγω μὲ αὐτὰ τὰ παιδιά. Θὰ μὲ εὕρισκαν σὲ δυὸ ὧρες.» «Ὄχι », εἶπε ἡ ἄγνωστη φίλη της, «Θὰ μείνω πίσω, θὰ δώσω τὸ δικό σου ὄνομα καὶ ἴσως νὰ ἐκτελεστῶ, ἀλλὰ ἐσὺ θὰ δραπετεύσεις.» Καὶ ἔτσι ἔκανε.
Αὐτὴ ἦταν μιὰ πράξη ἀγάπης, ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ μιὰ τέτοια πληρότητα ζωῆς, ἀπὸ μιὰ τέτοια βεβαιότητα ὅτι ἡ ζωὴ δὲν τελειώνει, καὶ ὅτι μονάχα μὲ τὴν ὁλοκλήρωση ποὺ θὰ εὕρισκε στὸ θάνατο της θὰ μποροῦσε νὰ κάνει αὐτὴν τὴν πράξη.

Κανένας δὲν ἔχει μεγαλύτερη ἀγάπη ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ θυσιάζει τὴν ζωὴ του γιὰ τοὺς φίλους του. Αὐτὸς ποὺ τὸ κάνει μόνος του ἐλεύθερα, προσεγγίζει τὴν ἐκπλήρωση τοῦ νοήματος τῆς ζωῆς, ἐπειδὴ ἡ ζωὴ ἀξίζει μόνο γι’ αὐτὸ ποὺ κάποιος ζεῖ, καὶ ἡ ζωὴ φτάνει τούτη τὴν πληρότητα ὅταν ὅλα τὰ πράγματα ποὺ μποροῦν ἀνθρώπινα νὰ γίνουν, γίνονται πέρα ἀπὸ τὸ φόβο, μὲ χαρά, μὲ βεβαιότητα.
Αὐτὸ εἶναι γιὰ μένα τὸ νόημα τῆς ἀγάπης. Τέτοια πληρότητα ζωῆς, ποὺ θὰ μοῦ ἐπιτρέψει νὰ δεχτῶ νὰ γίνω ἀπόλυτα εὐάλωτος, ποτὲ νὰ μὴν κάνω πίσω, ποτὲ νὰ μὴν ἀντιστέκομαι, νὰ προσφέρω τὸν ἑαυτό μου μέχρι τὴν τελευταία στιγμή, δίχως διάκριση σὲ κανέναν μὲ μιὰ βεβαιότητα ὅτι ἡ ἀγάπη ποτὲ δὲν θὰ νικηθεῖ, ὅτι ἡ ἀγάπη εἶναι πιὸ δυνατὴ ἀπὸ τὸν θάνατο· γιατὶ ἀγαπᾶμε σημαίνει ὅτι ἔχουμε ἤδη ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό μας καὶ γινόμαστε κοινωνία, αὐτὴ εἶναι ἡ κοινωνία ζωῆς μὲ τὸν Θεό, ποὺ εἶναι ὁ ἴδιος ἀγάπη. Ἀμήν.


Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh (1914- 2003)

Ακούσια ταπείνωση-Η ποιμαντική σκέψη της εβδομάδος

Όταν κάποιος έχει καταβληθεί από τα πάθη του, από μια ασθένεια, δύσκολη περιπέτεια ή μια συμφορά, αρκετές φορές αισθάνεται ταπεινωμένος και πιστεύει ότι ο Θεός τον έχει εγκαταλείψει, κάτι που δεν αληθεύει. 

Ξεχνάει ότι στην Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου λέμε: «Ου γαρ απεστράφης το πλάσμα σου εις τέλος, ο εποίησας, αγαθέ, ουδέ επελάθου έργου χειρών σου, αλλ' επεσκέψω πολυτρόπως, δια σπλάγχνα ελέους σου.» 

Έτσι, «ο γέρων Παΐσιος ο κελλιώτης έλεγε: ʺΌταν ο άνθρωπος ταπεινωθεί, έστω και ακούσια, η Χάρη του Θεού είναι υποχρεωμένη να έρθει επάνω τουʺ. 

Με μέτρο και κριτήριο αυτή τη φράση μπορούμε να καταλάβουμε «εκ μέρους» πως ο Θεός σώζει ανθρώπους που δεν υποψιάστηκαν ποτέ ότι είναι σεσωσμένοι − ανθρώπους βαφτισμένους στην Εκκλησία ή αλλογενείς και αλλόθρησκους.» 


Χρήστος Γιανναράς, Συζυγίας εγκώμιον –υπό ανωνύμου τινός εγγάμου, Περιοδικό Επίγνωση, τ. 109, σελ. 3.)

Όταν οι νέοι μάθουν να αγαπούν…

Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος

Στην Εκκλησία αγωγή σημαίνει οδηγία, οδήγηση των ανθρώπων όχι προς συγκεκριμένες ιδέες ή αξίες ή ιδανικά, αλλά οδήγηση των ανθρώπων στην αγάπη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αγωγή στην Εκκλησία σημαίνει να μάθει ο άνθρωπος να αγαπά τον Χριστό, γιατί αυτό είναι το ζητούμενό της.

Η Εκκλησία μιλά για την αγάπη προς τον Θεό.

Μια εκκοσμικευμένη αντίληψη της θρησκείας, της Εκκλησίας, μιλά για την πίστη στον Θεό και μόνο αυτή. Ενώ το τέλειο στην Εκκλησία είναι η αγάπη η οποία θα παραμείνει στους αιώνες, αφού τόσο η πίστη όσο και η ελπίδα θα καταργηθούν στην εσχάτη ημέρα και εκείνο που θα απομείνει θα είναι η αγάπη. Επομένως το ζητούμενο στον άνθρωπο είναι να μάθει να αγαπά τον Θεό.

Το να πιστεύει στον Θεό είναι ένα βασικό σκαλί, είναι το πρώτο, το οποίο το πατά και ανεβαίνει στο επόμενο και στο επόμενο. Δεν μένει σ’ αυτό μόνο, γιατί ένας άνθρωπος, δεν μπορεί να παραδώσει τη ζωή του ολόκληρη σε κάτι το οποίο απλώς το πιστεύει. Αν είναι τόσο ιδεολόγος, μπορεί να το κάνει, όπως γίνεται σε άλλες περιπτώσεις στην καθημερινότητα που βλέπουμε γύρω μας. Αλλά όμως στην Εκκλησία αυτό το οποίο υπάρχει είναι η αγάπη του Χριστού. Σε μας ο Χριστός είναι το ζητούμενο. Ο Χριστός είναι αυτός, ο οποίος είναι ο Διδάσκαλος του κάθε ανθρώπου. Βλέπετε πόσο ωραία ο Κύριος στο Ευαγγέλιο μας λέει: “Μάθετε απ’ εμού…”. Δηλαδή ο άνθρωπος μαθαίνει από τον Χριστό, από τον ίδιο τον Χριστό, από τη ζωή του Χριστού, από τα λόγια του Χριστού, αλλά προπάντων από την εμπειρία της αγάπης του Θεού μέσα του. Γι’ αυτό αυτή η εμπειρία είναι τόσο δυνατή που νικά όλες τις αγάπες του κόσμου τούτου.

Δεν είναι αρκετό, αδελφοί μου, να λέμε στα παιδιά μας για τις ιδέες του Ευαγγελίου, δεν είναι αρκετό να λέμε ότι το Ευαγγέλιο και η Εκκλησία είναι το καλύτερο που μπορεί κανείς να τους δώσει, ότι είναι ωραία η αγάπη, η χαρά, η ελευθερία, η δικαιοσύνη. Βέβαια είναι ωραία όλα αυτά, αλλά εκείνο που χρειάζεται ο νέος άνθρωπος σήμερα είναι να μάθει να αγαπά τον Χριστό. Να μάθει ότι αυτό που του δίδει η Εκκλησία είναι ο Χριστός, και αυτό δεν μπορεί να του δώσει ο κόσμος. Ο άνθρωπος μπορεί παντού να μάθει να σέβεται τους συνανθρώπους του, να τους αγαπά, να είναι τίμιος, ειλικρινής, δίκαιος, δημοκρατικός, φιλελεύθερος και όλα αυτά. Δεν χρειαζόταν η Εκκλησία για να μας μάθει αυτά τα πράγματα, που μας τα διδάσκει η ίδια η φύση μας. Γιατί άλλωστε ο ανθρώπινος εαυτός μας και η ανθρώπινη μας υπόσταση, μας διδάσκει την ελευθερία, τη δικαιοσύνη, τη δημοκρατία, τον σεβασμό, την αγάπη προς τους άλλους.

Εκείνο που η Εκκλησία έχει να μας πει είναι για την αγάπη του Χριστού. Κι εδώ, να μου επιτρέψετε, να σας πω ότι είναι το σημείο στο οποίο σκοντάφτουμε εμείς οι σημερινοί Χριστιανοί, γιατί θεωρούμε την Εκκλησία ως ένα σύστημα ιδεολογικό και είναι αρκετό για μας να είμαστε καλοί άνθρωποι. Είναι αρκετό για μας να τηρούμε τα καθήκοντά μας. Είναι αρκετό τα παιδιά μας να έχουν τα όριά τους. Να μην κάνουν αταξίες. Να μην κάνουν άσχημα πράγματα. Λένε καμιά φορά πράγματα που τ’ ακούμε, χαμογελούμε βέβαια με επιείκεια, αλλά δεν εκφράζουν την Εκκλησία. Τι λένε: “Παρά να είναι κάποιος στα ναρκωτικά, καλύτερα στην Εκκλησία”. “Παρά να είναι κάποιος στη φυλακή, καλύτερα στην Εκκλησία”. Λες και η Εκκλησία είναι το αντίθετο των ναρκωτικών και της φυλακής. Θα έλεγε κανείς, όπως έλεγε και η καμήλα: “Καλά δεν υπάρχει ίσιος δρόμος, μέσος δρόμος”; Δηλαδή ή ναρκωτικά ή Εκκλησία; Δηλαδή όποιος δεν είναι στην Εκκλησία είναι στα ναρκωτικά; Ασφαλώς όχι! Μπορεί να μην είσαι της Εκκλησίας και να είσαι τίμιος, σωστός, ειλικρινής, καλός σύζυγος, καλός πατέρας, καλός μαθητής κι όλα τα καλά να έχεις πάνω σου.

Γι’ αυτό δεν μπορούμε να καταλάβουμε πολλές φορές γιατί τα παιδιά μας έχουν μια άλλη σχέση με τον Θεό. Γιατί εμείς οι μεγαλύτεροι δεν μπορούμε να το καταλάβουμε. Λέμε: “Γιατί θέλεις αυτό το πράγμα; Δεν είναι αρκετό για σένα ότι έγινες καλός άνθρωπος και καλός επιστήμονας κι έχεις τη δουλειά σου και προσφέρεις στον κόσμο και στην κοινωνία; Τα περισσότερα τι τα θέλεις; Αυτά είναι υπερβολές, είναι φανατισμοί, εκκεντρικότητες, άρρωστα πράγματα”. Γιατί όμως εκφράζουμε τέτοιες απόψεις; Διότι μετρούμε τη ζωή μας όχι με την αγάπη, αλλά με την καθηκοντολογία. “Το καθήκον σου να κάνεις και είναι αρκετό”. Αλλά η αγάπη, αδελφοί μου, δεν έχει όρια. “Όταν αγαπάς τον Θεό, δεν έχεις όρια. Όπως και όταν αγαπάς οποιονδήποτε άνθρωπο. Εάν αγαπάς έναν άνθρωπο, θέλεις να είσαι μαζί του, να ενώσεις τη ζωή σου μαζί του. Μπορείς να βάλεις όρια σ’ αυτή την αγάπη; Η αγάπη είναι φωτιά που καίει μέσα στην καρδιά του ανθρώπου. Δεν μπαίνει σε όρια και σε καλούπια της λογικής, αλλά ενεργεί από μόνη της, γιατί ενεργεί καρδιακά κι όχι εγκεφαλικά. Η Εκκλησία διδάσκει και καλεί τον άνθρωπο να αγαπήσει τον Χριστό πάνω απ’ όλα.

Ξέρετε, παρατηρούνταν παλαιότερα το φαινόμενο στην Εκκλησία να υπάρχουν πάρα πολλά παιδιά. Θυμόμαστε, όσοι είμαστε μεγαλύτεροι, ότι μέχρι μια ηλικία σχεδόν όλα τα παιδιά πήγαιναν στο κατηχητικό, στην Εκκλησία, είχαν σχέση με τον Θεό. Από μια ηλικία και ύστερα χάνονταν. Στα δεκατέσσερα, στα δεκαπέντε ή τα δεκαοχτώ. Ερχόταν ο στρατός, το πανεπιστήμιο, εξαφανιζόταν όλη αυτή η προσπάθεια των ανθρώπων, των κατηχητών, των κύκλων, των συνάξεων, των πάντων. Γιατί, νομίζετε; Πού ήταν το λάθος; Εντάξει βέβαια η ανθρώπινη αδυναμία, οι ανθρώπινες προκλήσεις, τα αίτια τα οποία πληθαίνουν, όταν μεγαλώνει ο άνθρωπος. Αλλά το “λάθος”, ας το πω έτσι εντός εισαγωγικών, “της Εκκλησίας”, όχι της Εκκλησίας καθαυτό, αλλά εμάς των ανθρώπων της Εκκλησίας, ήταν ότι, δυστυχώς, δεν αντιληφθήκαμε ότι αυτό το οποίο έπρεπε να δώσουμε στα παιδιά μας ήταν η αγάπη του Χριστού. Τους μαθαίναμε τις ιδέες του Ευαγγελίου: “Να’ σαι καλό παιδί, τίμιο παιδί, ν’ αγαπάς τους άλλους ανθρώπους, να κάνεις ελεημοσύνες, να’ σαι σωστός άνθρωπος”, αλλά για την αγάπη του Χριστού δεν μιλούσαμε. Επειδή και για εμάς η θεολογία ήταν ιδεολογική, φιλοσοφική, ανθρωποκεντρική. Αγνοούσαμε την αγάπη του Θεού, το τι σημαίνει ν’ αγαπάς τον Χριστό. Γι’ αυτό τον λόγο δεν ήταν ιδιαίτερα σημαντικό για τους ανθρώπους να μάθουν να νηστεύουν, να αγρυπνούν, να κοινωνούν, να εξομολογούνται, να διαβάζουν τους βίους των Αγίων. Όχι. Ήταν αρκετό να διαβάζουν άλλα βιβλία. Οι βίοι των Αγίων παραμερίστηκαν. Η ασκητική ζωή της Εκκλησίας παραμερίστηκε. Ο άνθρωπος, ο οποίος καλούνταν να βιώσει τον Χριστό μέσα στο μυστήριο της Εκκλησίας ήταν περιθωριοποιημένος. Έμπαιναν άλλα πράγματα μπροστά.

Γι’ αυτό τον λόγο χάναμε τους ανθρώπους, τον έναν μετά τον άλλο, μόλις πλησίαζαν στην εφηβική ηλικία. Γιατί βέβαια η αμαρτία έχει δύναμη και είναι εμπειρία. Είναι κάτι το οποίο ελκύει τον άνθρωπο και τον αιχμαλωτίζει. Από την άλλη πλευρά, τι θα τραβήξει τον άνθρωπο πέρα; Οι ιδέες; Οι ιδέες είναι νεκρές σκιές των πραγμάτων. Δεν μπορεί μια ιδέα να σε κρατήσει, όσο ιδεολόγος και να είσαι. Ευτυχώς παρήλθε η εποχή αυτή και σήμερα βλέπουμε ότι ανακαλύψαμε, ξαναβρήκαμε τον εαυτό μας, τις ρίζες μας, την παράδοσή μας. Και βλέπουμε νέους ανθρώπους στην Εκκλησία, βλέπουμε νέους ανθρώπους να αγαπούν το Θεό, να μπαίνουν στην Εκκλησία με νέα δεδομένα, με νέες προϋποθέσεις. Μπορεί να έχουν τις δυσκολίες τους, τα προβλήματα τους, τις πτώσεις τους, τις αδυναμίες τους, όπως κι όλοι μας. Αλλά ακούν για την αγάπη του Θεού. Κι αυτό είναι που πρέπει, αδελφοί μου, να λέμε στα παιδιά μας. Να μάθουν να αγαπούν τον Θεό.

Όταν αγαπούν τον Θεό, τότε ανακαλύπτουν μέσα τους τη μεγάλη εμπειρία της αγάπης Του. Τότε μαθαίνουν και αποκτούν ένα ισχυρό πνευματικό αντίσωμα μέσα τους, το οποίο είναι ένα αντίβαρο στο βάρος της αμαρτίας. Και ότι, κι αν πληγωθεί από την αμαρτία, η παρουσία της αγάπης του Χριστού παρηγορεί την καρδιά του. Ξέρει ότι δεν θα σωθεί απ’ τις δικές του δυνάμεις, δεν θα σωθεί με τα δικά του δεδομένα. Αλλά με την αγάπη του Θεού, με την ευσπλαχνία του Θεού, με την ελεημοσύνη του Θεού, με τη θυσία του Χριστού πάνω στον Σταυρό για μας όλους. Αν μιλούμε για αγωγή σήμερα στην Εκκλησία, μιλούμε ακριβώς γι’ αυτή τη μύηση, γι’ αυτή την οδηγία. 
Να βοηθήσεις τον άνθρωπο να αγαπήσει τον Θεό.