Ο Ων

Ο Ων
"Μην κοιτάς τ'αγκάθια...ψάξε για το ρόδο"

31 Ιουλ 2016

Το ζύγιασμα της καλοσύνης....



Kindness is the language which the
deaf can hear and the blind can see

Mark Twain

Η καλοσύνη δεν έχει έλλογη θεμελίωση, δεν έχει επιχειρήματα, είναι άνευ λόγου. Είναι μόνο πάντοτε επείγουσα, δεν σηκώνει αναβολή, αν δεν γίνει τώρα, μπορεί μετά από λίγο να είναι αδυσώπητα αργά…
H πράξη της καλοσύνης έχει μια μυστική μεταμορφωτική δύναμη που αλλάζει τα πάντα μέσα μας, ακόμη και όταν οι συνθήκες του βίου μένουν ίδιες. Τίποτε δεν είναι πια ίδιο στη ζωή, «σαν ηύρε το ζύγιασμα της καλοσύνης» (Σεφέρης)…

Σ. Ζουμπουλάκης

Κατά Ματθαίον 9: 1-8


9.1Καὶ ἐμβὰς εἰς πλοῖον διεπέρασε καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν. 2. Καὶ ἰδοὺ προσέφερον αὐτῷ παραλυτικὸν ἐπὶ κλίνης βεβλημένον· καὶ ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν εἶπε τῷ παραλυτικῷ· θάρσει, τέκνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. 3. καὶ ἰδού τινες τῶν γραμματέων εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτος βλασφημεῖ. 4. καὶ ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὰς ἐνθυμήσεις αὐτῶν εἶπεν· ἵνα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; 5. τί γάρ ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἢ εἰπεῖν, ἔγειρε καὶ περιπάτει; 6. ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας - τότε λέγει τῷ παραλυτικῷ· ἐγερθεὶς ἆρόν σου τὴν κλίνην καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου. 7. καὶ ἐγερθεὶς ἀπῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ. 8. ἰδόντες δὲ οἱ ὄχλοι ἐθαύμασαν καὶ ἐδόξασαν τὸν Θεὸν τὸν δόντα ἐξουσίαν τοιαύτην τοῖς ἀνθρώποις.

Μετάφραση

9.1 Αφού εμπήκε στο πλοίον ο Ιησούς, επέρασε την λίμνην και ήλθε εις την πόλιν του, δηλαδή την Καπερναούμ. 2. Και ιδού έφεραν προς αυτόν ένα παραλυτικόν, κατάκοιτον επάνω στο κρεβάτι· και όταν είδεν ο Ιησούς την πίστιν του παραλυτικού και εκείνων, που τον έφεραν, είπε στον παραλυτικόν· “θάρρος, παιδί μου, μη φοβήσαι ότι αι αμαρτίαι σου θα εμποδίσουν την θεραπείαν· δια την πίστιν σου, σου έχουν ήδη συγχωρηθή αι αμαρτίαι”. 3. Και ιδού, μερικοί από τους γραμματείς που ήσαν παρόντες, εσκέφθησαν· “αυτός βλασφημεί (είναι ασεβής, διότι οικιειοποιείται την εξουσίαν του Θεού να συγχωρή αμαρτίας”). 4. Οταν δε ο Ιησούς, ως παντογνώστης, είδε ολοκάθαρα τας πονηράς σκέψεις των γραμματέων, είπε· “διατί κυκλοφορείτε στον νουν και την καρδίαν σας τέτοιες πονηρές σκέψεις; 5. Διότι, τι είναι ευκολότερον να πη κανείς· Σου έχουν συγχωρηθή αι αμαρτίαι σου ή να πη· Σήκω επάνω και περιπάτει; Το πρώτον, ως εσωτερικόν, δεν το βλέπει κανείς και επομένως δεν ημπορεί να το εξακριβώση. Το δεύτερον, ως εξωτερικόν και αισθητόν, δεν ημπορεί να το αρνηθή, όσον κακόπιστος και αν είναι. 6. Δια να ιδήτε δε και μάθετε καλά, ότι ο υιός του ανθρώπου έχει εξουσίαν να συγχωρή αμαρτίας και να θεραπεύη ασθενείας, τότε λέγει προς τον παραλυτικόν· “σήκω επάνω υγιής, πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου”. 7. Και αμέσως εσηκώθη ο παραλυτικός εντελώς υγιής και επήγε στο σπίτι του. 8. Όταν δε τα πλήθη του λαού είδαν αυτό που έγινε, εθαύμασαν και εδόξασαν τον Θεόν, ο οποίος έδωσεν στον Ιησούν, που τον εθεωρούσαν ως ένα εκ των ανθρώπων, τέτοιαν εξουσίαν, να συγχωρή δηλαδή αμαρτίας και να θεραπεύη ασθενείας.

Η αγάπη είναι ...


"Η αγάπη είναι σαν το νερό που τρέχει... τρέχει... ασυλλόγιστα στους γκρεμούς, που δε διαλέγει αυλάκι, δε ρωτά τα λουλούδια που ποτίζει, ούτε και τα χαλίκια που κατρακυλά. Δε ρωτά τίποτα, μόνο τρέχει. Να πεις "όχι" στην αγάπη είναι σαν να κατσουφιάζεις μπροστά σ' ένα λουλούδι που ετοιμάζεται ν' ανοίξει. Σαν να βρίζεις το φως που σου έδειξε τον κόσμο".

"Η αγάπη είναι μεγάλη όταν την περιμένουμε ή όταν την χάνουμε. Όταν την έχουμε μας ξεφεύγει. Χάνουμε την αίσθηση της. Και την ξαναποκτούμε μόνο όταν την χάσουμε. Κοίταξε να ζήσεις την αγάπη που έχασες. Να χαρείς την αγάπη που περιμένεις. Καν'την τραγούδια, ξενύχτια. Καν'την βιβλία, αταξίες. Μόνο μην την μοιρολογάς. Είναι σαν να την βρίζεις. Σαν να τη κλείνεις τον δρόμο να ξανάρθει."

Απόσπασμα από το βιβλίο “Τότε Που Κυνηγούσα τους Ανέμους” του Μενέλαου Λουντέμη

28 Ιουλ 2016

Υποχρέωση....

Έχουμε ιερή “υποχρέωση” σε μια ζωή με τόσα βάσανα και πόνο, να χαμογελάμε. Κι αν όλα είναι χάλια να λέμε είναι τέλεια. Ή όπως έλεγε ο Ρίτσος: «Να λες: ουρανός και ας μην είναι». Μονάχα έτσι θα κουράσουμε τον θάνατο που μας κυνηγάει και προσπαθεί να κρύψει τον ουρανό πριν μας θάψει στο χώμα…


π. Λίβυος

Ποτέ μου δεν αγάπησα τους θριαμβευτές


Ποτέ μου δεν αγάπησα τους θριαμβευτές. Τους τροπαιούχους.
Πάντα με φοβίζει το ποδοβολητό των καβαλάρηδων.
Αγάπησα τους μοναχικούς. Τους ορειβάτες. Τους κουρασμένους παλιάτσους.
Αγάπησα αυτούς που έχουν ένα στυφό χαμόγελο και ψάχνουν ένα ανθισμένο κλαδί, για να ενωθούν ξανά με τη ζωή.
Αυτούς που, όταν γλιστρήσουν στη λακούβα με τα λασπόνερα, γελάνε με το χάλι των ποδιών τους.
Καθόλου δε λυπάμαι που με πέταξε έξω από τη δεξίωση ο πορτιέρης, γιατί δε φορούσα το κατάλληλο ένδυμα.
Λυπάμαι μόνο που σπατάλησα πολύτιμο χρόνο, ψάχνοντας τις λάθος διευθύνσεις, που μου είχαν χώσει στην τσέπη διάφοροι επιτήδειοι.
Λυπάμαι μόνο που δεν μπορώ πια να φοράω κατάσαρκα το βλέμμα των ανθρώπων.

Απόσπασμα από το βιβλίο “Βαρκάρισσα της χίμαιρας” της Αλκυόνης Παπαδάκη

Οι μικροί γαλαξίες

Πάνε κι έρχονται οι άνθρωποι πάνω στη γη.
Σταματάνε για λίγο, στέκονται ο ένας
αντίκρυ στον άλλο, μιλούν μεταξύ τους.
Έπειτα φεύγουν, διασταυρώνονται, μοιάζουν
σαν πέτρες που βλέπονται.

Όμως, Εσύ,
δε λόξεψες, βάδισες ίσα, προχώρησες
μες από μένα, κάτω απ’ τα τόξα μου,
όπως κι εγώ: προχώρησα ίσα, μες από Σένα,
κάτω απ’ τα τόξα σου. Σταθήκαμε ο ένας μας
μέσα στον άλλο, σα να’χαμε φτάσει.
Βλέποντας πάνω μας δυο κόσμους σε πλήρη
λάμψη και κίνηση, σαστίσαμε ακίνητοι
κάτω απ’ τη θέα τους –

Ήσουν νερό,
κατάκλυσες μέσα μου όλες τις στέρνες.
Ήσουνα Φως, διαμοιράστηκες. Όλες
οι φλέβες μου έγιναν άξαφνα ένα
δίχτυ που λάμπει: στα πόδια, στα χέρια,
στο στήθος, στο μέτωπο.

Τ’ άστρα το βλέπουνε, ότι:
δυο δισεκατομμύρια μικροί γαλαξίες και πλέον
κατοικούμε τη γη.


Νικηφόρος Βρεττάκος

27 Ιουλ 2016

Προτιμώ τα λάθη από την ακινησία....


Από συνέντευξη της Σαρλότ Ράμπλινγκ που είχε δώσει στον Θ. Λάλα:

Δεν σας προβληματίζει η πιθανότητα της λάθος επιλογής;


«Και βέβαια. Αλλά δεν μπορώ να μην κάνω τίποτε στη ζωή μου για να μην κάνω και λάθη...Προτιμώ τα λάθη από την ακινησία. Όποιος δεν θέλει να κάνει λάθη κάθεται όλη την ημέρα ξαπλωμένος σε ένα κρεβάτι. Δεν μπορώ την ακινησία. Η διάθεσή μου να κινηθώ είναι τόσο μεγάλη που ξεπερνάει τον φόβο του λάθους. Άλλωστε μην ξεχνάτε ότι στα λάθη περιέχεται το ταλέντο για ζωή».

Αλιεύτηκε από π. Λίβυος 

26 Ιουλ 2016

Κατά Μάρκον 5:24-34

24. καὶ ἀπῆλθε μετ᾿ αὐτοῦ· καὶ ἠκολούθει αὐτῷ ὄχλος πολύς, καὶ συνέθλιβον αὐτόν. 25. Καὶ γυνή τις οὖσα ἐν ῥύσει αἵματος ἔτη δώδεκα, 26. καὶ πολλὰ παθοῦσα ὑπὸ πολλῶν ἰατρῶν καὶ δαπανήσασα τὰ παρ᾿ ἑαυτῆς πάντα, καὶ μηδὲν ὠφεληθεῖσα, ἀλλὰ μᾶλλον εἰς τὸ χεῖρον ἐλθοῦσα, 27. ἀκούσασα περὶ τοῦ Ἰησοῦ, ἐλθοῦσα ἐν τῷ ὄχλῳ ὄπισθεν ἥψατο τοῦ ἱματίου αὐτοῦ· 28. ἔλεγε γὰρ ἐν ἑαυτῇ ὅτι ἐὰν ἅψωμαι κἂν τῶν ἱματίων αὐτοῦ, σωθήσομαι. 29. καὶ εὐθέως ἐξηράνθη ἡ πηγὴ τοῦ αἵματος αὐτῆς, καὶ ἔγνω τῷ σώματι ὅτι ἴαται ἀπὸ τῆς μάστιγος. 30. καὶ εὐθέως ὁ Ἰησοῦς ἐπιγνοὺς ἐν ἑαυτῷ τὴν ἐξ αὐτοῦ δύναμιν ἐξελθοῦσαν, ἐπιστραφεὶς ἐν τῷ ὄχλῳ ἔλεγε· τίς μου ἥψατο τῶν ἱματίων; 31. καὶ ἔλεγον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ· βλέπεις τὸν ὄχλον συνθλίβοντά σε, καὶ λέγεις τίς μου ἥψατο; 32. καὶ περιεβλέπετο ἰδεῖν τὴν τοῦτο ποιήσασαν. 33. ἡ δὲ γυνὴ φοβηθεῖσα καὶ τρέμουσα, εἰδυῖα ὃ γέγονεν ἐπ᾿ αὐτῇ, ἦλθε καὶ προσέπεσεν αὐτῷ καὶ εἶπεν αὐτῷ πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν. 34. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· ὕπαγε εἰς εἰρήνην, καὶ ἴσθι ὑγιὴς ἀπὸ τῆς μάστιγός σου.


Μετάφραση

24. Και ανεχώρησε μαζί του. Λαός δε πολύς τον ακολουθούσε και οι άνθρωποι τον εστρύμωχναν. 25. Και μια γυναίκα, η οποία έπασχεν επί δώδεκα έτη από αιμορραγίαν 26. και είχε ταλαιπωρηθή πολύ από πολλούς ιατρούς, είχε δε εξοδεύσει όλα τα υπάρχοντά της, χωρίς να ίδη καμίαν ωφέλειαν, αλλά μάλλον είχε έλθει στο χειρότερον, 27. όταν ήκουσε δια τα θαύματα που έκανε ο Ιησούς, ανεμίχθη με το πλήθος, ήλθε πίσω από τον Ιησούν και ήγγισε το ένδυμά του. 28. Διότι έλεγε μέσα της, ότι “εάν και μόνον εγγίσω τα ενδύματά του, θα σωθώ”. 29. Και αμέσως εξηράθηκε και έκλεισεν η πηγή, από την οποίαν έτρεχε το αίμα της, και αντελήφθη από την βελτίωσιν που ήλθε στο σώμα της, ότι ιατρεύθη από το βάσανον εκείνο. 30. Και αμέσως ο Ιησούς αντελήφθη πολύ καλά, ως παντογνώστης, την δύναμιν που εβγήκεν από αυτόν και στραφείς στο πλήθος έλεγε· “ποιός ήγγισε τα ενδύματά μου; 31. Και έλεγον εις αυτόν οι μαθηταί του· “βλέπεις τον όχλον να σε σπρώχνη από όλα τα σημεία και ερωτάς ποιός σε ήγγισε;” 32. Ο Ιησούς όμως περιέφερε γύρω το βλέμμα του, δια να ίδη αυτήν, που είχε κάμει αυτό. 33. Η δε γυναίκα φοβισμένη και τρέμουσα, επειδή είχε πλέον αντιληφθή πολύ καλά την θεραπείαν, που της είχε γίνει, ήλθε και έπεσεν εις τα γόνατα εμπρός του και του είπεν όλην την αλήθειαν. 34. Εκείνος δε της είπε· “κόρη μου, η πίστις σου σε έχει σώσει· πήγαινε με ειρήνην εις την ψυχήν σου και να είσαι για πάντα υγιής και απηλλαγμένη από την βασανιστικήν ασθένειάν σου”.

"Το χώμα κάτω απ’ τη βροχή" (απόσπασμα)


«[…] Τούτη η αργή, ασταμάτητη βροχή, καλόδεχτη, βοηθάει,
μαλακώνει το χώμα, πλένει μητρικά τα φύλλα της συνοικιακής
τριανταφυλλιάς απ’ τη σκόνη,
νοτίζει τις φτωχές στέγες- όλα τα δείχνει ταπεινά και φτωχά,
τους αφαιρεί την έπαρση και τη σκληρότητα, φτωχαίνει ακόμα
και τη λύπη,
γίνεται η λύπη μαλακιά, πονετική- δεν επιμένει
σ’ αυτή την τυφλή αρνητική περηφάνεια της, μπορεί να σκύψει,
να κλάψει ή να χαμογελάσει, σαν ένα νέο κορίτσι
που ‘κλαιγε στο παράθυρο κι είδε έξαφνα στα τζάμια το γλυκύ της πρόσωπο
τόσο νεανικό, τόσο όμορφο- ωραίο ακόμη κι όταν κλαίει-
κ’ ίσως ακόμη πιο ωραίο, τόσο που χαμογελάει.

[…]

Τώρα κοιτάζεις έξω απ’ το παράθυρο-
είναι ένα σύννεφο που ξέφυγε απ’ το γκρίζο και κάθεται μονάχο
σε μια κίτρινη στέγη
κ’ η πενιχρή βροχή, ελεητική στη φτώχεια της, συνεχίζεται ατέλειωτη
μες στη γλυκιά, μισοφώτιστη ορφάνια του κόσμου, – η βροχή
να τραβάει ως το βάθος ανάβοντας ασημένια μανουάλια, μπακιρένια
μανουάλια που μακραίνουν και μικραίνουν,
θαμπόφωτα, σταχτιά μανουάλια μιας υπαίθριας εκκλησίας
σε κάποιους βωβούς εσπερινούς που δεν έχει καθόλου εκκλησίασμα
εξόν από κάτι γριές, το νεωκόρο της ενορίας και το μονόφθαλμο ψάλτη,
και πίσω απ’ τα σβηστά και τα ελάχιστα αναμμένα μανουάλια
θαμποφαίνεται το Άγιον Πάθος, ο Ελκόμενος ολόσωμος, η Σταύρωση-

[…]

Τούτη η βροχή
μιλάει με τα λόγια της, ήσυχα λόγια, όχι για μένα και για σένα-
δεν έχουν στόχο τα λόγια της – γι αυτό μας μιλάνε-
δεν αφορούν εμάς, δε θέλουν να μας συμβουλέψουν,
να μας παινέψουν, να μας κατηγορήσουν, να μας παρηγορήσουν,
δε μας αναγκάζουν σ’ οποιαδήποτε στάση
σ’ άμυνα, ή σ’ επίθεση, ή σε απολογία-

Ήσυχα λόγια της βροχής, μπορεί και να θυμίσουν
το μοσκοβόλημα της γης- όχι της γης όταν σκάβουν ένα λάκκο-
της γης που βρέχεται κι απορροφά κ’ υπομένει και πρααίνεται
και λουλουδίζει μια μέρα αναπάντεχα –
μια μυρωδιά καρτερίας, απαλή και μεγάλη
που διαστέλλει τα μάτια μας μες στ’ όνειρο σαν να τα κλείνει…»


Γ. Ρίτσος , Γενική δοκιμή, Κέδρος

Πορεία προς την ωριμότητα- Η Ποιμαντική σκέψη της Εβδομάδος

Κι αν πτωχική την βρεις,
η Ιθάκη δεν σε γέλασε.

Πολλοί έχουν ασχοληθεί με την ωριμότητα κι έχουν εκφράσει ιδιαίτερα ελκυστικές γνώμες και αποφθέγματα, σε μια προσπάθεια να την ερμηνεύσουν και να την κατανοήσουν.

Κάποιος είπε πως «η ωριμότητα είναι μια άλλη λέξη για τη πραγμάτωση: έχεις φτάσει στην εκπλήρωση των δυνατοτήτων σου, έχουν γίνει πραγματικές».

Εκείνο όμως που έχει πολύ μεγάλη σημασία, και κάποτε το λησμονούμε, είναι η πορεία προς την ωριμότητα, αυτό που κάποιος θα το έλεγε «το ταξίδι», το ταξίδι προς την Ιθάκη, το οποίο από μόνο του είναι ένας σκοπός κι ένα επίτευγμα.

Κι αν επιμείνουμε στην αξία της ίδιας της ωριμότητας, και αν αναζητήσουμε τα χαρακτηριστικά της, ίσως θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι η κατάσταση εκείνη όπου κανείς έχει αποκτήσει μια αμεθόδευτη και απροσχεδίαστη αδιαφορία για τα πράγματα του κόσμου, μια συνειδητή λιτότητα και μια στάση ζωής όπου κυριαρχεί η αμεριμνησία και η εμπιστοσύνη στην Πρόνοια του Θεού και Δημιουργού.


π. Αναστάσιος Σαλαπατάς

Υ.Γ. το δίστιχο στην αρχή από τα Ποιήματα (1897-1933), Κ.Π. Καβάφη, Ίκαρος 1984

24 Ιουλ 2016

Κατά Ματθαίον 8: 28-34, 9:1

8. 28. Καὶ ἐλθόντι αὐτῷ εἰς τὸ πέραν εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης. 29. καὶ ἰδοὺ ἔκραξαν λέγοντες· τί ἡμῖν καὶ σοί, Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς; 30. ἦν δὲ μακρὰν ἀπ᾿ αὐτῶν ἀγέλη χοίρων πολλῶν βοσκομένη. 31. οἱ δὲ δαίμονες παρεκάλουν αὐτὸν λέγοντες· εἰ ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων. 32. καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ὑπάγετε. οἱ δὲ ἐξελθόντες ἀπῆλθον εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων· καὶ ἰδοὺ ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν. 33. οἱ δὲ βόσκοντες ἔφυγον, καὶ ἀπελθόντες εἰς τὴν πόλιν ἀπήγγειλαν πάντα καὶ τὰ τῶν δαιμονιζομένων. 34. καὶ ἰδοὺ πᾶσα ἡ πόλις ἐξῆλθεν εἰς συνάντησιν τῷ Ἰησοῦ, καὶ ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν.9.1. Καὶ ἐμβὰς εἰς πλοῖον διεπέρασε καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν.


Μετάφραση

8.28. Όταν δε ήλθε εις την απέναντι παραλίαν, εις την χώραν των Γεργεσηνών, τον απάντησαν δύο δαιμονιζόμενοι, που έβγαιναν από τα μνημεία και οι οποίοι ήσαν άγριοι και επιθετικοί, ώστε να μη ημπορή να περάση κανείς από τον δρόμον εκείνον. 29. Και ιδού, όταν τον αντίκρυσαν, έκραξαν με φωνήν μεγάλην και είπαν· “τι κοινόν υπάρχει μεταξύ ημών και σου, Ιησού Υιέ του Θεού; Ηλθες εδώ να μας βασανίσης, πριν έλθη ο προκαθορισμένος καιρός της κρίσεως και της τιμωρίας μας;” 30. Ευρίσκετο δε μακρυά από αυτούς ένα κοπάδι από πολλούς χοίρους, που έβοσκαν. 31. Οι δε δαίμονες τον παρακαλούσαν και έλεγαν· “εάν θα μας διώξης από τους δύο αυτούς ανθρώπους, δώσε μας την άδειαν να πάμε στο κοπάδι των χοίρων”. 32. Και είπε εις αυτούς· “πηγαίνετε”. Και αυτοί εβγήκαν από τους ανθρώπους και επήγαν στο κοπάδι των χοίρων. Και ιδού με μανίαν και γρυλλισμούς όρμησε όλο το κοπάδι των χοίρων από το μέρος του κρημνού εις την θάλασσαν και επνίγησαν εις τα νερά. (Επέτρεψε δε ο Κύριος αυτό, δια να τιμωρηθούν έτσι οι ιδιοκτήται της αγγέλης, διότι παρά τον μωσαϊκόν νόμον αυτοί έτρεφαν χοίρους). 33. Οι χοιροβοσκοί έφυγαν κατατρομαγμένοι, επήγαν εις την πόλιν και εγνωστοποίησαν όλα όσα συνέβησαν και μάλιστα τα της θεραπείας των δαιμονιζομένων. 34. Και ιδού όλη η πόλις εβγήκε, δια να συναντήση τον Ιησούν· και όταν τον είδαν, τον παρεκάλεσαν να φύγη από τα όρια της περιοχής των· (και τούτο, διότι εφοβήθησαν, μήπως δια τας παραβάσεις των υποστούν και άλλην τιμωρίαν). 9.1. Αφού εμπήκε στο πλοίον ο Ιησούς, επέρασε την λίμνην και ήλθε εις την πόλιν του, δηλαδή την Καπερναούμ.

Ίδε ο άνθρωπος


Την αυγή να τη φτάσεις δε μπορείς 
παρά μονάχα απ' της νύχτας το μονοπάτι
…μας είχανε απομονωμένους σε μια ακτίνα των φυλακών της Κέρκυρας, δεκαπέντε πολιτικούς ανάμεσα σε πεντακόσιους ποινικούς. Στην γειτονική μας ακτίνα ήταν ένας ποινικός που, σύμφωνα με τα δικά μας μέτρα, είχε φτάσει στο έσχατο όριο εξαθλίωσης. Άπλυτος, κουρελής, ζήτουλας, μπορούσε να κάνει τη μεγαλύτερη παλιανθρωπιά για ένα τσιγάρο. Καμιά «ηθική», ένα περιφερόμενο κουρέλι, πρεζάκιας σε προχωρημένο στάδιο.

Κι όμως.

Ένα βράδυ δεν είχα ύπνο, από πολλή ώρα είχε βαρέσει σιωπητήριο, καθόμουν και διάβαζα. Ξαφνικά, μέσα στην απόλυτη σιγαλιά της νύχτας, ακούω κάποιον να τραγουδά ένα τραγούδι σε στίχους ενός μεγάλου ισπανού ποιητή, του Λόρκα. Η φωνή είχε τόση καθαρότητα, ένταση και πάθος, τόσο βαθιά τρυφερότητα και νοσταλγία, που κυριολεκτικά τα έχασα. Ήταν ένα τραγούδι μου άρεσε και το είχα ακούσει αρκετές φορές. Όμως πρώτη φορά ένοιωθα τον ποιητή, την απέραντη τρυφερότητα του για την ζωή, μέσα από την αναπότρεπτη αναγκαιότητα του θανάτου.

«Αν πεθάνω, άσε το μπαλκόνι ανοιχτό.
Τρώει πορτοκάλια το παιδί,
Απ΄ το μπαλκόνι μου το βλέπω,
Θερίζει ο θάνατος τα στάχυα,
Απ΄ το μπαλκόνι τον ακούω.»

Πετάχτηκα απάνω, πιάστηκα από τα κάγκελα του φινιστρινιού και κοίταξα έξω. Στον μοβ ουρανό κρεμόταν ένα ολόγιομο αυγουστιάτικο φεγγάρι, και απέναντι απ΄ το κελί μου, στην αχτίνα των ποινικών , ο Ανέστος, ο πρεζάκιας που σου΄λεγα πιο πάνω, κρεμασμένος απ΄ τα κάγκελα του κελιού του, μεταμορφωμένος σε άνθρωπο, πολυβολούσε το φεγγάρι με τους στίχους του Φεντερίκου Γκαρθία Λόρκα… Ίδε ο άνθρωπος.

Ξανακύλησα στο κελί μου γεμάτος τρυφερότητα, αισιοδοξία και περηφάνια…


Απόσπασμα από το βιβλίο "Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς" του Χρόνη Μίσσιου

Υ.Γ. το δίστιχο στην αρχή είναι του Χαλίλ Γκιμπράν

23 Ιουλ 2016

Κατά Ματθαίον 9:9-13

9. Καὶ παράγων ὁ Ἰησοῦς ἐκεῖθεν εἶδεν ἄνθρωπον καθήμενον ἐπὶ τὸ τελώνιον, Ματθαῖον λεγόμενον, καὶ λέγει αὐτῷ· ἀκολούθει μοι. καὶ ἀναστὰς ἠκολούθησεν αὐτῷ.10. Καὶ ἐγένετο αὐτοῦ ἀνακειμένου ἐν τῇ οἰκίᾳ, καὶ ἰδοὺ πολλοὶ τελῶναι καὶ ἁμαρτωλοὶ ἐλθόντες συνανέκειντο τῷ Ἰησοῦ καὶ τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ. 11. καὶ ἰδόντες οἱ Φαρισαῖοι εἶπον τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· διατί μετὰ τῶν τελωνῶν καὶ ἁμαρτωλῶν ἐσθίει ὁ διδάσκαλος ὑμῶν; 12. ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀκούσας εἶπεν αὐτοῖς· οὐ χρείαν ἔχουσιν οἰ ἰσχύοντες ἰατροῦ, ἀλλ᾿ οἱ κακῶς ἔχοντες. 13. πορευθέντες δὲ μάθετε τί ἐστιν ἔλεον θέλω καὶ οὐ θυσίαν. οὐ γὰρ ἦλθον καλέσαι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν.


Μετάφραση

9. Καθώς δε ο Ιησούς επερνούσε από εκεί, είδε ένα άνθρωπον, ονομαζόμενον Ματθαίον, να κάθεται στο γραφείον του μέσα στο τελωνείον, δια να εισπράττη τους φόρους και λέγει εις αυτόν· “έλα κοντά μου”. Και ο Ματθαίος εσηκώθη και τον ακολούθησεν αμέσως. 10. Και ενώ εκάθητο ο Ιησούς στο γεύμα, που προς τιμήν του είχε παραθέσει ο Ματθαίος στο σπίτι του, ιδού πολλοί τελώναι και αμαρτωλοί ήλθαν και εκάθηντο μαζή με τον Ιησούν και τους μαθητάς του. 11. Και όταν είδαν οι Φαρισαίοι τούτο, είπαν στους μαθητάς του· “διατί ο διδάσκαλος σας τρώγει μαζή με τους τελώνας και τους αμαρτωλούς;” 12. Ο δε Ιησούς, όταν ήκουσε τα λόγια αυτά, τους είπε· “δεν χρειάζονται ιατρόν οι υγιείς, αλλ' οι άρρωστοι. 13. Πηγαίνετε δε στους ερμηνευτάς των Γραφών, δια να μάθετε τι σημαίνει· ευσπλαγχνίαν θέλω και όχι τυπικήν θυσίαν. Διότι εγώ δεν ήλθα να καλέσω εκείνους που νομίζουν τον εαυτόν των δίκαιον, αλλά τους αμαρτωλούς, δια να τους οδηγήσω εις την μετάνοιαν και σωτηρίαν”.

"Εκείνος"


''Σήμερα φέρνοντας -αναπάντεχα στο νου μου έναν αρχαίο μύθο-κατάλαβα τι μπορεί να είναι η αγάπη.

Το κατάλαβα από μια εικόνα πάνω σ' ένα αγγείο: δείχνει τον Πηλέα, να έχει δέσει τα χέρια του γύρω από τη Θέτιδα και να την κρατάει σφιχτά. Αγαπούσε τη Θέτιδα και ο Κένταυρος, που ήταν σοφός, του είχε προβλέψει: ''Η γυναίκα αυτή συνέχεια θα μεταμορφώνεται. Μην φοβηθείς και μη λύσεις ποτέ τα χέρια σου. Θα γίνεται φίδι και λύκαινα, φωτιά και πάγος. Πράγματα δηλαδή, που δύσκολα κρατάει κανείς χωρίς να ματώσουν, να καούν και να παγώσουν τα χέρια του. Εσύ όμως θα το κάνεις. Η αγάπη θα σου δίνει τη δύναμη ν' αντέξεις, ό,τι χωρίς αυτή, θα σου προκαλούσε φρίκη και πόνο και αποστροφή. Και δεν θα χαλαρώσεις ποτέ το αγκάλιασμα, γιατί θα ξέρεις ότι πίσω απ' όλ' αυτά τα πρόσωπα κρύβεται η μορφή της αγαπημένης σου. Κρύβεται η ψυχή της''.

Αυτά είπε ο Κένταυρος κι ο Πηλέας τον άκουσε κι όσο κράταγε ο πόλεμος δεν έπαυε ν' αγαπάει και ν' αγκαλιάζει κάθε μορφή θηρίου που μπορεί να πάρει ο άνθρωπος. Κι ακόμα ήξερε, πως τα θηρία αυτά, είναι οι όψεις της τρέλας, του πόνου και της αρρώστιας που μπορεί να έχει ο καθένας μας. Όχι η αληθινή εικόνα του.


Και περίμενε το πλήρωμα του χρόνου, μέχρι να λιώσει η αγάπη του κάθε προσωπείο και κάθε αντίσταση, ώστε να δει επιτέλους την ομορφιά της Θέτιδας. Και την είδε. Επειδή δεν έλυσε ποτέ τα χέρια του, την είδε. Επειδή έβλεπε πέρα απ' τη δύση, την ανατολή και πέρα απ' το θηρίο, την θεότητα. Είδε και την αγάπη, πρόσωπο με πρόσωπο.''

Απόσπασμα από το “ Εκείνος ” της Ελεονώρα Σταθοπούλου

22 Ιουλ 2016

Κατά Ματθαίον 13: 3-9

3. καὶ ἐλάλησεν αὐτοῖς πολλὰ ἐν παραβολαῖς λέγων· 4. ἰδοὺ ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι. καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ἃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ ἐλθόντα τὰ πετεινὰ κατέφαγεν αὐτά· 5. ἄλλα δὲ ἔπεσεν ἐπὶ τὰ πετρώδη, ὅπου οὐκ εἶχε γῆν πολλήν, καὶ εὐθέως ἐξανέτειλε διὰ τὸ μὴ ἔχειν βάθος γῆς, 6. ἡλίου δὲ ἀνατείλαντος ἐκαυματίσθη, καὶ διὰ τὸ μὴ ἔχειν ῥίζαν ἐξηράνθη· 7. ἄλλα δὲ ἔπεσεν επὶ τὰς ἀκάνθας, καὶ ἀνέβησαν αἱ ἄκανθαι καὶ ἀπέπνιξαν αὐτά· 8. ἄλλα δὲ ἔπεσεν ἐπὶ τὴν γῆν τὴν καλὴν καὶ ἐδίδου καρπὸν ὃ μὲν ἑκατόν, ὃ δὲ ἑξήκοντα, ὃ δὲ τριάκοντα. 9. ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω.

Μετάφραση

3. Και εκήρυξεν εις αυτούς πολλάς αληθείας με παραβολάς και είπε·: 4. “Ιδού εβγήκε στο χωράφι ο γεωργός, δια να σπείρη, και ενώ αυτός έσπερνε, άλλοι μεν σπόροι έπεσαν κοντά στον δρόμον και ήλθαν τα πτηνά του ουρανού και τους κετέφαγαν. 5. Αλλοι δε έπεσαν εις την πετρώδη περιοχήν, όπου δεν υπήρχε πολύ χώμα και αμέσως εβλάστησαν πριν ρίξουν βαθειές ρίζες, διότι δεν υπήρχε βάθος γης. 6. Όταν δε ανέτειλε ο ήλιος, δεν άνθεξαν στον καύσωνα και επειδή δεν είχαν ρίζαν εξηράνθησαν. 7. Αλλοι δε σπόροι έπεσαν εις περιοχήν, όπου υπήρχαν ρίζαι και σπόροι από αγκάθια. Και ανεπτύχθησαν τα αγκάθια και τους έπνιξαν τελείως.8. Αλλοι δε έπεσαν εις την έφορον γην και απέδωσαν καρπόν, άλλος μεν σπόρος εκατόν, άλλος δε εξήκοντα και άλλος τριάκοντα. 9. Εκείνος που έχει ανοικτά τα αυτιά της ψυχής του και καλήν διάθεσιν, δια να δέχεται τον λόγον του Θεού, ας ακούη αυτά που λέγω”.

"Εκείνος"


Λυτρώνεται ο Άνθρωπος που χωρά
στην Καρδιά
το Μαζί της Αγάπης
και δεν κουράζεται να Οδοιπορεί

“Κατάλαβα πως οι άνθρωποι έχουμε γεννηθεί για να
τρώμε με μικρές μπουκιές ο ένας τον άλλον.
Πως για ν' αλληλοσπαραχτούμε ερχόμαστε
στον κόσμο και να κλάψουμε μετά, ο καθένας μας στην
αγκαλιά του εχθρού του. Κι ακόμα κατάλαβα πως
η οποιαδήποτε επαφή, ακόμα και η χειρότερη, είναι
μετάληψη της ζωής του άλλου. Πως εγώ δεν
μετάλαβα ποτέ κανέναν. Δεν περιείχα και δεν
με περιείχε κανείς. Τώρα με περιέχουν όλοι εκείνοι
που έσπρωξα και που με σπρώξαν. Τους περιέχω
κι εγώ. Κι όλους μαζί μάς περιέχει η ζέστη που
βγάζουν τα κομμένα ξύλα καθώς καίγονται.”

Απόσπασμα από το “ Εκείνος ” της Ελεονώρα Σταθοπούλου

Υ.Γ. Το τετράστιχο στην αρχή είναι από εδώ

21 Ιουλ 2016

Εγώ κι ο Εαυτός μου


«… Κάθε άνθρωπος, βλέπει στους άλλους μόνον αυτό, που γνώρισε με την πνευματική του πείρα για τον εαυτό του. Γ’ αυτό η στάση του ανθρώπου προς τον πλησίον του είναι σίγουρο κριτήριο για το βαθμό αυτογνωσίας στον οποίο έφτασε.
Όποιος έμαθε από τον ίδιο του τον εαυτό του σε ποιο βάθος και σε ποια ένταση μπορούν να φτάσουν οι οδύνες του ανθρωπίνου πνεύματος, όταν αποχωριστεί από το φως της αληθινής υπάρξεως, κι όποιος κοντά σ’ αυτό έμαθε και το μεγαλείο του ανθρώπου, όταν βρίσκεται κοντά στο Θεό. Μόνο αυτός γνωρίζει πως κάθε ανθρώπινη ύπαρξη έχει αιώνια αξία, μεγαλύτερη απ’ όλο τον υπόλοιπο κόσμο….».


Σωφρόνιου Σαχάρωφ , “Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΣΙΛΟΥΑΝΟΣ”, σελ. 105-106

Ὁ ἄνθρωπος, ὁ κόσμος καὶ ἡ ποίηση


Ἀνάσκαψα ὅλη τη γῆ νὰ Σὲ βρῶ.
Κοσκίνισα μὲς τὴν καρδιά μου τὴν ἔρημο· ἤξερα
πὼς δίχως τὸν Άνθρωπο δὲν εἶναι πλῆρες
τοῦ ἥλιου τὸ φῶς. Ἐνῷ, τώρα, κοιτάζοντας
μὲς ἀπὸ τόση διαύγεια τὸν κόσμο,
μὲς ἀπὸ Σένα - πλησιάζουν τὰ πράγματα,
γίνονται εὐδιάκριτα, γίνονται διάφανα
τώρα μπορῶ
ν᾿ ἀρθρώσω τὴν τάξη του σ᾿ ἕνα μου ποίημα.
Παίρνοντας μία σελίδα θὰ βάλω
σ᾿ εὐθεῖες τὸ φῶς.
Ν. Βρεττάκος

18 Ιουλ 2016

Μυρίζουν Ανάσταση...


Υπάρχουν κάτι ψυχές που κάθε μέρα κάνουν μια επιπλέον βαριά εργασία. Ίσως την πιο επώδυνη. Παλεύουν, ματώνουν στην κυριολεξία, να κρατηθούν στην ζωή. Αγωνίζονται για να μπορέσουν να ζήσουν και σήμερα. Όχι για το ψωμί τους μα για την ψυχή τους, για την ελπίδα.

Κόπος τεράστιος. Γεθσημάνια αγωνία. Και καλά, εκείνος που δούλεψε και κουράστηκε το κορμί του, το βράδυ σαν γυρίσει σπίτι του, θα αράξει, θα πέσει στο κρεβάτι του. Εκείνος όμως που δούλεψε με την ψυχή του και τα υπόγεια διαμερίσματα της, για να μπορεί να πάρει και σήμερα μια ανάσα, μια παράταση από την απόγνωση, το βράδυ θα πέσει στα πατώματα.

Πολύ θα ήθελα να προσκυνήσω αυτά τα πατώματα, μυρίζουν ανάσταση.

Κάθε Σταυρός κρύβει μια Ανάσταση,  κάθε πόνος μια ευλογία, κάθε σκιά και φόβος κρατά ένα δώρο στα χέρια του. Σκίσε τα περιτυλίγματα του νου και των ερμηνειών του και δες το.


π.Λίβυος

17 Ιουλ 2016

Έξοδος


Παίρνω και βγάζω περίπατο την ψυχή μου
κάθε που αρχίζει να σκληραίνει το χαμόγελο της.
Μου το λέει πεθύμησα τη βροχή,
τον ήλιο πάνω απ’ τα βουνά ή ανάμεσα απ’ τα σύννεφα
και τον αγέρα που γεννιέται αδιάκοπα στα δάση
όλος αρώματα και ουσίες, γάλα και μουσική.
Την οδηγώ σαν ένα ελάφι κάθε που διψά
μπρος στον τρεχούμενο, λαμπρό μαστό της αιωνιότητας,
ανανεώνει το αίμα, φως μέσα της κ’ επιστρέφει
στη ζωή πάλι, μ’ έναν
καινούργιο τόνο αθανασίας στο χαμόγελο της.

Ν. Βρεττάκος

Στον μορφωμένο άνθρωπο που οδηγήθηκε στη διαπίστωση ότι κάτι υπάρχει

Μου γράφεις ότι εν τέλει πρέπει να υπάρχει «κάτι». Διάβασες, λες, ένα βιβλίο ενός μεγάλου αστρονόμου περί αστέρων και υπέπεσε στην αντίληψη σου ο ισχυρισμός αυτού του λαμπρού επιστήμονα: «Χωρίς Θεό τίποτα στον κόσμο δεν μπορεί να κατανοηθεί ούτε να εξηγηθεί». Εξ αυτού οδηγήθηκες στο συμπέρασμα ότι «κάτι» υπάρχει.

Απλά πες υπάρχει Θεός και να είσαι χαρούμενος!

Έτσι μιλούν πολλοί μορφωμένοι άνθρωποι: Υπάρχει «κάτι». Αλλά εάν εσύ μένεις ως το τέλος της ζωής σου σ' αυτήν την έκφραση, όλη η ζωή σου θα είναι ένα τίποτα.

Μια στιγμιαία διαπίστωση ότι υπάρχει κάποια μυστηριώδης μεγάλη δύναμη πίσω απ' τον ορατό κόσμο, δεν αποτελεί ούτε κατά το ελάχιστο πίστη, ζωοποιό και καρποφόρα, η οποία μας φωτίζει τον δρόμο και μας δείχνει τον στόχο μας.

Το να λέμε μόνο ότι «κάτι» υπάρχει δεν σημαίνει ότι βγήκαμε στο φως της ημέρας. Αυτό μόλις και μετά βίας σημαίνει ότι ο ταξιδιώτης διέσχισε το σκοτάδι του μεσονυκτίου με τις ίριδες διεσταλμένες διαισθανόμενος το λυκαυγές της ανατολής. Αλλά από εκεί έως το να φθάσει ο ήλιος στην κορυφή είναι μακρύς ο δρόμος. Βιάσου να μην σε προφτάσει ο θάνατος σ' αυτό το σκοτάδι. Να μπορείς τουλάχιστον να λες υπάρχει «Κάποιος» για να φέρει την αυγή στη ζωή σου.

Γνώρισε τον Δημιουργό σου αγαπητέ αδελφέ. Αυτό είναι πιο σημαντικό από την γνώση των δημιουργημάτων Του. Μην παραμένεις στην κοινωνία εκείνων για τους οποίους ο απόστολος λυπάται λέγοντας: «Εσεβάσθησαν και ελάτρευσαν τη κτίσει παρά τον κτίσαντα» (Ρωμ.1,25).

Ο Ύψιστος καλλιτέχνης στέκει δίπλα στα έργα Του. Εσύ κοιτάζεις πιο πολύ τις καλλιτεχνικές δημιουργίες Του, οι οποίες μέχρι ενός σημείου ανοίγουν τα μάτια και κατόπιν τυφλώνουν. Γιατί δεν πλησιάζεις τον Καλλιτέχνη και δεν Τον γνωρίζεις και δεν Του συστήνεσαι; Ο Χριστός γι' αυτό ήρθε στον κόσμο, για να σου απλώσει το χέρι και να σε οδηγήσει.

Αυτά στα γράφω επειδή μόλις γύρισα από μια κηδεία. Πέθανε ένας άξιος νέος στην Αχρίδα. Στο νεκρικό φέρετρο το πρόσωπο του ήταν φωτεινό, φωτεινότερο από όταν ήταν ζωντανός. Έζησε με πίστη και συγχωρέθηκε πλήρης πίστεως. Πολύ νέος, αλλά σώφρων. Ενώ εσύ είσαι ήδη πολύ μεγαλύτερος του.

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς


Απόσπασμα από το βιβλίο «Δρόμος δίχως Θεό δεν αντέχεται», Εκδ. Εν πλω

16 Ιουλ 2016

Την αγάπη μπορείς να την κρατήσεις μόνον... όταν την προσφέρεις

T.Merton - «Κανένας δεν είναι νησί»

1. Την ευτυχία που την επιζητούμε μόνο για τον εαυτό μας ποτέ δε θα τη βρούμε: γιατί η ευτυχία, που λιγοστεύει όταν μοιράζεται, δεν είναι αρκετά μεγάλη για να μας κάνει ευτυχισμένους!

Υπάρχει μια ψεύτικη και στιγμιαία ευτυχία στην αυτοϊκανοποίηση, αλλά πάντα οδηγεί σε θλίψη επειδή περιορίζει και νεκρώνει το πνεύμα μας. Η αληθινή ευτυχία βρίσκεται στην ανιδιοτελή αγάπη. Μια αγάπη που μεγαλώνει ανάλογα με το μοίρασμα. Δεν υπάρχει τελειωμός στο μοίρασμα της αγάπης. Και, επομένως, οι δυνατότητες της ευτυχίας μιας τέτοιας αγάπης είναι απεριόριστες. Το άπειρο μοίρασμα είναι ο νόμος της «εσωτερικής» ζωής του Θεού, ο Οποίος έχει κάνει το μοίρασμα του εαυτού μας νόμο της ίδιας της ύπαρξής μας. Έτσι ώστε, αγαπώντας τους άλλους, αγαπάμε καλύτερα τους εαυτούς μας. Με την ανιδιοτελή δραστηριότητα ολοκληρώνουμε στο έπακρο τις ικανότητές μας για πράξη και ζωή.

Όμως δεν μπορεί ποτέ να υπάρξει ευτυχία με εξαναγκασμό. Δεν είναι αρκετό για την αγάπη να μοιράζεται· θέλει να μοιράζεται ελεύθερα. Δηλαδή πρέπει να είναι προσφορά προτεινόμενη και όχι απλά δωρεάν διανομή. Η ανιδιοτελής αγάπη που προσφέρεται σ’ ένα εγωιστικό αποδέκτη δε φέρνει τέλεια ευτυχία. Όχι γιατί η αγάπη απαιτεί επιστροφή ή ανταμοιβή για την αγάπη, αλλά επειδή αναπαύεται στην ευτυχία του αγαπημένου. Και αν ο αγαπώμενος δέχεται εγωιστικά την αγάπη, αυτός που δίνει την αγάπη δεν ικανοποιείται, γιατί βλέπει ότι η αγάπη του απέτυχε να κάνει ευτυχισμένο τον αγαπώμενο. Δεν αφύπνισε την ικανότητά του για ανιδιοτελή αγάπη.

Έτσι έχουμε το παράδοξο ότι η ανιδιοτελής αγάπη δεν μπορεί τέλεια ν’ αναπαυθεί παρά μόνο σε μια κατάσταση με τέλεια αμοιβαιότητα, γιατί γνωρίζει ότι η μόνη αληθινή ειρήνη βρίσκεται στην ανιδιοτελή αγάπη. Η ανιδιοτελής αγάπη συγκαταβαίνει στο ν’ αγαπιέται εγωιστικά για χάρη του αγαπημένου. Κάνοντας έτσι, τελειοποιείται η ίδια.

Το χάρισμα της αγάπης είναι το χάρισμα της δύναμης και της ικανότητας ν’ αγαπάς. Επομένως το να δίνεις αγάπη έχει σαν μέγιστο αποτέλεσμα το να παίρνεις. Λοιπόν, η αγάπη μπορεί να διατηρηθεί ή να κρατηθεί μόνο όταν δίνεται. Και μπορεί να δοθεί τέλεια μόνο όταν γίνεται αποδεκτή.

2. Η αγάπη όχι μόνο προτιμά το καλό του άλλου από το δικό της, αλλά ούτε καν τα συγκρίνει. Υπάρχει μόνο ένα καλό: εκείνο του αγαπημένου, που είναι ταυτόχρονα και το δικό μου. Η αγάπη μοιράζεται το καλό με τον άλλο όχι διαιρώντας το μαζί του, αλλά ταυτίζοντας τον εαυτό της μ’ εκείνον, και έτσι το καλό εκείνου γίνεται και δικό μου. Το ίδιο αγαθό απολαμβάνεται στην πληρότητά του ομόψυχα και από τους δυο, χωρίς να είναι χωρισμένο και μοιρασμένο σε δυο ψυχές. Όπου η αγάπη είναι πραγματικά ανιδιοτελής, αυτός που αγαπά δεν παύει να διερωτάται αν μπορεί με ασφάλεια να οικειοποιηθεί κάποιο μέρος από το αγαθό που διαθέτει για το φίλο του. Η αγάπη αναζητάει ολόκληρο το δικό της καλό στο καλό του αγαπημένου και το να διαιρέσει το καλό είναι σαν να λιγοστεύει την αγάπη. Μια τέτοια διαίρεση δεν θα αποδυνάμωνε μόνο την πράξη της αγάπης, αλλά ενεργώντας έτσι, θα λιγόστευε και τη χαρά της. Γιατί η αγάπη δεν αναζητάει τη χαρά, που προκύπτει από το αποτέλεσμα. Η χαρά της βρίσκεται στο σκοπό τον ίδιο, που είναι το καλό του αγαπημένου. Συνεπώς, αν η αγάπη μου είναι αγνή, δεν χρειάζεται ούτε καν να ψάξω να βρω ικανοποίηση από την αγάπη για τον εαυτό μου. Η αγάπη ψάχνει για ένα μόνο πράγμα: το καλό αυτού που αγαπάει. Αφήνει όλες τις άλλες, τις δευτερεύουσες συνέπειες να φροντίσουν για τον εαυτό τους. Η αγάπη, επομένως, είναι η ίδια η ανταμοιβή.

3. Το ν’ αγαπάς τον άλλο είναι το να θέλεις αυτό που είναι πραγματικά καλό γι’ αυτόν. Μια τέτοια αγάπη πρέπει να θεμελιώνεται στην αλήθεια. Μια αγάπη που δεν διακρίνει το καλό από το κακό, αλλά αγαπά τυφλά, απλά για χάρη της αγάπης, είναι μίσος παρά αγάπη. Το ν’ αγαπάμε τυφλά είναι το ν’ αγαπάμε εγωιστικά. Επειδή ο σκοπός μιας τέτοιας αγάπης δεν είναι η πραγματική ωφέλεια του αγαπημένου, αλλά είναι μόνο μια άσκηση αγάπης για τις δικές μας ψυχές, μια τέτοια αγάπη δε φαίνεται να είναι αγάπη, εκτός αν υποκρίνεται ότι ψάχνει για το καλό του αγαπημένου… Όμως, αφού στην πραγματικότητα δεν νοιάζεται καθόλου για την αλήθεια και ποτέ δεν σκέπτεται ότι μπορεί να πλανηθεί, αποδεικνύεται ότι είναι εγωιστική. Δεν ψάχνει για την πραγματική ωφέλεια του αγαπημένου ή έστω τη δική της. Δεν ενδιαφέρεται για την αλήθεια, παρά μόνο για τον εαυτό της. Ανακηρύττει τον εαυτό της ευχαριστημένο με αυτό που φαίνεται αγαθό: την άσκηση της αγάπης, γι’ αυτή καθαυτή, χωρίς καθόλου να σκέπτεται τα καλά ή τα κακά αποτελέσματα της αγάπης.

Όταν μια τέτοια αγάπη υπάρχει στο επίπεδο του σαρκικού πάθους, εύκολα αναγνωρίζεται τι είναι. Είναι εγωιστική, και συνεπώς δεν είναι αγάπη. Εκείνοι, γενικά, των οποίων η αγάπη δεν υπερβαίνει τις σαρκικές τους επιθυμίες, ούτε καν μπαίνουν στον κόπο να εξαπατήσουν τους εαυτούς τους με «καλά» κίνητρα. Ακολουθούν τα πάθη τους. Εφόσον δεν εξαπατούν τους εαυτούς τους, είναι πιο τίμιοι και πιο «ειλικρινείς», από εκείνους που υποκρίνονται ότι αγαπούν σ’ ένα πνευματικό επίπεδο, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι η «ανιδιοτέλειά» τους είναι μόνο μια απάτη.

4. Η ανεκτική αγάπη δεν είναι ούτε αδύνατη ούτε τυφλή. Είναι στην ουσία συνετή, δίκαιη, μετριοπαθής και δυνατή. Η αγάπη μας είναι γνήσια, μόνο όταν όλες οι άλλες αρετές είναι συγκερασμένες με την ανοχή. Κανείς που θέλει ν’ αγαπά ειλικρινά τον άλλον δεν συγκατατίθεται να τον αγαπά ψεύτικα. Αν όντως πρόκειται ν’ αγαπάμε τους άλλους, πρέπει ν’ αποφασίσουμε να τους αγαπάμε σωστά. Διαφορετικά η αγάπη μας είναι μια αυταπάτη.

Το πρώτο βήμα προς την ανιδιοτελή αγάπη είναι η αποδοχή της πιθανότητας ότι η αγάπη μας μπορεί να εξαπατηθεί. Πρέπει πρώτα απ’ όλα να εξαγνίσουμε την αγάπη μας με το ν’ απαρνηθούμε την ευχαρίστηση της αγάπης σαν αυτοσκοπό. Όσο η προσωπική ευχαρίστηση είναι ο στόχος μας, δεν είμαστε τίμιοι με τον εαυτό μας και μ’ εκείνους που αγαπάμε: δεν ψάχνουμε για το καλό τους, αλλά για τη δική μας ευχαρίστηση.

5. Είναι ξεκάθαρο, λοιπόν, ότι για ν’ αγαπάμε τους άλλους σωστά, πρέπει πρώτα ν’ αγαπάμε την αλήθεια. Και εφόσον η αγάπη είναι ζήτημα πρακτικών και συγκεκριμένων ανθρωπίνων σχέσεων, η αλήθεια την οποία πρέπει ν’ αγαπάμε, αγαπώντας τους αδελφούς μας, δεν είναι ένας απλός αφηρημένος συλλογισμός. Είναι η ηθική αλήθεια, που ενσωματώνεται στον προορισμό τον δικό μας και τον δικό τους. Αυτή η αλήθεια είναι κάτι περισσότερο από την ψυχρή αντίληψη μιας υποχρέωσης η οποία απορρέει από ηθικά εντάλματα. Η αλήθεια, που πρέπει ν’ αγαπάμε αγαπώντας τους αδελφούς μας είναι ο συγκεκριμένος προορισμός και η αγιότητα, που «ορίζει» γι’ αυτούς η αγάπη του Θεού. Κάποιος, που αγαπά πραγματικά τον άλλο δεν κινείται απλά και μόνον από την επιθυμία να τον δει ευχαριστημένο, υγιή και ευκατάστατο σ’ αυτόν τον κόσμο. Η αγάπη δεν μπορεί να ικανοποιηθεί με κάτι τόσο ελλιπές. Αν αγαπώ τον αδελφό μου πρέπει με κάποιο τρόπο να εισχωρήσω βαθειά στο μυστήριο της αγάπης του Θεού γι’ αυτόν. Δεν πρέπει να παρακινούμαι μόνο από ανθρώπινη συμπάθεια, αλλά από εκείνη τη θεϊκή συμπάθεια, που μας αποκαλύφθηκε στο πρόσωπο του Ιησού και η οποία πλουτίζει την ίδια τη ζωή μας με την έκχυση του Αγίου Πνεύματος στις καρδιές μας.

Η αλήθεια την οποία αγαπώ αγαπώντας τον αδελφό μου δεν μπορεί να είναι κάτι απλά φιλοσοφικό και αφηρημένο. Πρέπει ταυτόχρονα να είναι υπερφυσικό και συγκεκριμένο, πρακτικό και ζωντανό. Και αυτές τις λέξεις δεν τις εννοώ μεταφορικά. Η αλήθεια που πρέπει ν’ αγαπώ στον αδελφό μου είναι ο ίδιος ο Θεός που ζει μέσα του. Πρέπει ν’ αναζητώ τη ζωή του Πνεύματος του Θεού που αναπνέει μέσα του. Και μπορώ να διακρίνω και ν’ ακολουθώ αυτή τη μυστηριώδη ζωή μόνο με την ενέργεια του ιδίου Αγίου Πνεύματος, που ζει και ενεργεί στα βάθη της δικής μου καρδιάς.


6. Η ανεκτική αγάπη μάς κάνει να ψάχνουμε πιο πέρα από την ικανοποίηση των επιθυμιών μας, έστω κι αν αποσκοπούν στο καλό του άλλου. Πρέπει επίσης να με κάνει όργανο της Πρόνοιας του Θεού στη ζωή τους. Πρέπει να πειστώ και να με διακατέχει η συναίσθηση ότι χωρίς την αγάπη μου γι’ αυτούς, ίσως να μην πετύχουν εκείνα για τα οποία τους έχει προορίσει ο Θεός. Η θέλησή μου πρέπει να είναι το όργανο της θέλησης του Θεού, που τους βοηθά να δημιουργήσουν το «πεπρωμένο τους». Η αγάπη μου πρέπει γι’ αυτούς να είναι «η μετάληψη» της μυστηριώδους και ατέλειωτης ανιδιοτελούς αγάπης του Θεού γι’ αυτούς. Η αγάπη μου γι’ αυτούς πρέπει να είναι ο λειτουργός όχι του δικού μου πνεύματος, αλλά του Αγίου Πνεύματος. Τα λόγια που τους λέω δεν πρέπει να είναι άλλα από τα λόγια του Χριστού, ο Οποίος καταδέχτηκε ν’ αποκαλύψει τον Εαυτό Του σ’ αυτούς μέσα μου.

Μια τέτοια αντίληψη της ανεκτικής αγάπης είναι πάνω απ’ όλα σωστή για ένα ιερέα. Είναι μια όψη της χάρης της χειροτονίας. Είναι, όπως θα λέγαμε, αδιάσπαστη από την ιεροσύνη. Ο ιερέας δεν μπορεί να έχει ειρήνη με τον εαυτό του ή με τον Θεό, παρά μόνο όταν προσπαθεί ν’ αγαπήσει τους άλλους με μια αγάπη όχι απλά τη δική του, αλλά με την ίδια την αγάπη του Θεού. Μόνο αυτή η ανεκτική αγάπη, που είναι τόσο δυνατή και τόσο βέβαιη όσο το ίδιο το Πνεύμα του Θεού, μπορεί να μας σώσει από το αξιοθρήνητο λάθος να δίνουμε απλόχερα στους άλλους μια αγάπη, που θα τους οδηγεί λανθασμένα και θα τους παροτρύνει ν’ αναζητούν την ευτυχία εκεί, που ποτέ δε θα μπορέσουν να την βρουν.

7. Για ν’ αγαπώ τους άλλους με τέλεια αγαθότητα πρέπει να είμαι αληθινός με αυτούς, με τον εαυτό μου και με τον Θεό. Τα αληθινά συμφέροντα του ανθρώπου είναι, ταυτόχρονα, τέλεια δικά του και κοινά σε ολόκληρη τη Βασιλεία του Θεού. Κι αυτό συμβαίνει επειδή αυτά τα συμφέροντα έχουν όλα για κέντρο τα σχέδια του Θεού για την ψυχή του. Ο προορισμός του καθενός από μας είναι προσχεδιασμένος από τον Κύριο: να εισέλθουμε στην προορισμένη για μας Βασιλεία Του. Και όσο πιο τέλειοι είμαστε εμείς οι ίδιοι, τόσο πιο πολύ μπορούμε να συνεισφέρουμε στο καλό όλης της Εκκλησίας του Θεού. Γιατί κάθε πρόσωπο έχει τελειοποιηθεί με τις αρετές, που πρέπει να έχουν τα παιδιά του Θεού. Κι αυτές οι αρετές φαίνονται διαφορετικές στον καθένα, επειδή έρχονται στο φως, μέσα από τη ζωή του κάθε αγίου και μέσα από μια σειρά διαφορετικών περιστάσεων που κατευθύνονται από την Θεία Πρόνοια.

Αν αγαπάμε αληθινά ο ένας τον άλλο, η αγάπη μας θα χαριτωθεί με μια διεισδυτική σύνεση, που βλέπει και σέβεται τα σχέδια του Θεού για κάθε μια ψυχή ξεχωριστά. Η αγάπη μας, του ενός για τον άλλον, πρέπει να είναι ριζωμένη σε μια βαθειά εμπιστοσύνη στη Θεϊκή Πρόνοια, μια εμπιστοσύνη, που εναποθέτει τα δικά μας περιορισμένα σχέδια στα χέρια του Θεού κι αναζητάει μόνο να μπει, να συμμετέχει στο αόρατο έργο το οποίο οικοδομεί τη Βασιλεία Του. Μόνο μια αγάπη, που αντιλαμβάνεται τα σχέδια της Πρόνοιας μπορεί να ενωθεί τέλεια με το έργο της Πρόνοιας του Θεού πάνω στις ψυχές. Πιστή υποταγή στη μυστική εργασία του Θεού στον κόσμο, θα γεμίσει την αγάπη μας με ευλάβεια, δηλαδή, με υπερφυσικό δέος και σεβασμό. Αυτός ο σεβασμός, αυτή η ευλάβεια, δίνει στην αγάπη μας το χαρακτήρα της λατρείας, χωρίς την οποία η ελεημοσύνη μας δεν μπορεί να είναι ποτέ ολοκληρωμένη. Γιατί η αγάπη δεν πρέπει μόνο να ψάχνει για την αλήθεια στις ζωές εκείνων που είναι γύρω μας. Πρέπει να τη βρει εκεί. Όμως όταν βρούμε την αλήθεια που διαμορφώνει τη ζωή μας, βρίσκουμε κάτι παραπάνω από μια ιδέα. Βρίσκουμε ένα Πρόσωπο. Βρισκόμαστε μπροστά στις ενέργειες Ενός, ο Οποίος παραμένει κρυμμένος, αλλά του Οποίου το έργο δείχνει ότι είναι άγιος και άξιος να λατρεύεται. Και σ’ Αυτόν βρίσκουμε επίσης τον εαυτό μας.

8. Η εγωιστική αγάπη σπάνια σέβεται το δικαίωμα του αγαπημένου να υπάρχει σαν ένα αυτόνομο ή ανεξάρτητο πρόσωπο. Απέχει πολύ από το να σέβεται την αληθινή οντότητα του άλλου και από το να δίνει άνεση για ν’ αναπτυχθεί και να διευρυνθεί η προσωπικότητά του με το δικό της πρωτότυπο τρόπο. Αυτή η αγάπη, η εγωιστική, επιζητεί να τον έχει υποχείριό της. Επιμένει ότι εκείνος συμμορφώνεται με αυτήν, και εργάζεται με κάθε τρόπο να τον κάνει να ενεργεί έτσι. Η εγωιστική αγάπη μαραίνεται και πεθαίνει, αν ο αγαπημένος δεν της δίνει προσοχή. Όταν αγαπάμε έτσι, οι φίλοι μας υπάρχουν μόνο για να μπορούμε να τους αγαπάμε. Αγαπώντας τους, ζητάμε να τους χαϊδεύουμε, για να τους κρατάμε «ήμερους», δηλαδή του «χεριού» μας. Μια τέτοια αγάπη δεν φοβάται τίποτα περισσότερο από τη «δραπέτευση» του αγαπημένου. Απαιτεί την υποταγή του, επειδή είναι απαραίτητη για να τρέφει τη δική της στοργή.

Η εγωιστική αγάπη συχνά παρουσιάζεται ανιδιοτελής, επειδή είναι πρόθυμη να κάνει οποιαδήποτε παραχώρηση στον αγαπημένο, προκειμένου να τον κρατά φυλακισμένο. Όμως, είναι υπέρτατη ιδιοτέλεια ν’ αγοράζεις το καλύτερο που έχει ένας άνθρωπος, την ελευθερία του, την ακεραιότητά του, τη δική του ξεχωριστή αξιοπρέπεια σαν πρόσωπο, με την τιμή κατωτέρων αγαθών. Μια τέτοια ιδιοτέλεια είναι ό,τι πιο μιαρό: έχοντας μια «επιτρεπτή» απόλαυση από τις παραχωρήσεις της, ξεγελά τον εαυτό της ότι όλες αυτές είναι πράξεις ανιδιοτελούς ελεημοσύνης.

Μια αγάπη επομένως που είναι ανιδιοτελής, που άδολα ψάχνει για την αλήθεια, δεν κάνει απεριόριστες παραχωρήσεις στον αγαπημένο.

Ο Θεός να με φυλάει από την αγάπη ενός φίλου που δε θα τολμούσε ποτέ να με μαλώσει. Μακάρι να με φυλάει από ένα φίλο που δεν ψάχνει για τίποτα άλλο παρά να με αλλάξει και να με διορθώσει. Αλλά μακάρι να με φυλάει ακόμη πιο πολύ από κάποιον του οποίου η αγάπη ικανοποιείται μόνο με επιπλήξεις ή μαλώματα.

Αν αγαπώ τους αδελφούς μου σύμφωνα με την αλήθεια, η αγάπη μου θα είναι γι’ αυτούς αληθινή και όχι μόνο γι’ αυτούς αλλά και για τον εαυτό μου.

Δεν μπορώ να είμαι αληθινός με αυτούς, αν δεν είμαι αληθινός με τον εαυτό μου. «Κύριος ἐξετάζει τόν δίκαιον καί τόν ἀσεβή· ὁ δέ ἀγαπῶν τήν ἀδικίαν μισεῖ τήν ἑαυτοῦ ψυχήν» (Ψ. 10,6). Αδικία είναι το να ζητάω για τον εαυτό μου περισσότερα απ’ όσα δικαιούμαι και να δίνω στους άλλους λιγότερα απ’ όσα πρέπει να πάρουν. Το ν’ αγαπώ τον εαυτό μου περισσότερο από τους άλλους σημαίνει ότι δεν είμαι αληθινός με τον εαυτό μου, όπως επίσης και με τους άλλους. Όσο πιο πολύ επιζητώ να επωφελούμαι από τους άλλους, τόσο λιγότερο ανθρώπινος είμαι και δε θα γίνω ποτέ πρόσωπο. Επειδή το άγχος να κατέχω αυτό που δεν πρέπει να έχω στενεύει και μειώνει τη δική μου ψυχή.

Συνεπώς, ο άνθρωπος που αγαπά τον εαυτό του πάρα πολύ είναι ανίκανος ν’ αγαπήσει κάποιον άλλον αποτελεσματικά, συμπεριλαμβανομένου και του εαυτού του! Πώς μπορεί τότε να ελπίζει ότι θ’ αγαπήσει τον άλλο;

«Ο παράνομος άνθρωπος δελεάζει το φίλο του και τον οδηγεί σε δρόμο που δεν είναι καλός» (Παρ. 16,29).

9. Η ανεκτική αγάπη μάς διδάσκει ότι η φιλία είναι ιερό πράγμα, και δεν είναι ούτε ευεργετικό ούτε ιερό το να στηρίζουμε τη φιλία μας πάνω στο ψέμα. Μπορούμε από μια άποψη να είμαστε φίλοι με όλους τους ανθρώπους, γιατί δεν υπάρχει άνθρωπος πάνω στη γη με τον οποίο δεν έχουμε κάτι κοινό. Όμως θα ήταν λάθος να φερόμαστε σε πάρα πολλούς ανθρώπους σαν σε στενούς φίλους. Δεν είναι δυνατόν να έχουμε οικειότητα παρά με πολύ λίγους. Γιατί πρακτικά μόνο με πολύ λίγους στον κόσμο έχουμε τα πάντα κοινά.

Η αγάπη, λοιπόν, πρέπει να είναι αληθινή γι’ αυτούς που αγαπάμε, για τους εαυτούς μας και να είναι συνεπής με τις αρχές της. Δεν είμαι αληθινός με τον εαυτό μου όταν υποκρίνομαι ότι έχω πιο πολλά κοινά απ’ όσα στην πραγματικότητα έχω με κάποιον, ο οποίος ίσως μου αρέσει για ένα εγωιστικό και ευτελή λόγο.

Υπάρχει, ωστόσο, μια παγκόσμια βάση για τη φιλία με όλους τους ανθρώπους: ο Θεός μάς αγαπά όλους, και πρέπει να επιθυμώ όλοι να Τον αγαπούν με όλη τους τη δύναμη. Αλλά παραμένει το γεγονός ότι δεν μπορώ σ’ αυτή τη γη να εισχωρήσω βαθιά στο μυστήριο της αγάπης τους για Εκείνον και της αγάπης Του γι’ αυτούς.

Υπήρξαν μεγάλοι ιερείς, άγιοι σαν τον Εφημέριο του Αρς Ιωάννη Βιαννέ οι οποίοι είχαν δει τα κρυμμένα βάθη χιλιάδων ψυχών, που όμως παρέμειναν σαν άνθρωποι με λίγους στενούς φίλους. Κανείς δεν είναι πιο μόνος από ένα ιερέα σε μια τεράστια ενορία. Είναι απομονωμένος σε μια τρομερή έρημο, εξ αιτίας των μυστικών των συνανθρώπων του.

10. Αφού είπαμε όλα αυτά, η αλήθεια παραμένει: ο προορισμός μας είναι ν’ αγαπάμε ο ένας τον άλλο όπως μας αγαπά ο Χριστός. Ο Ιησούς είχε πολύ λίγους στενούς φίλους όταν ήταν στη γη. Και όμως αγάπησε και αγαπάει όλους τους ανθρώπους και είναι, για την κάθε ψυχή που γεννιέται στον κόσμο, ο πιο στενός φίλος. Η ζωή όλων των ανθρώπων που συναντάμε και γνωρίζουμε είναι συνυφασμένη με το δικό μας προορισμό, και με τη ζωή πολλών που ποτέ δε θα γνωρίσουμε στη γη. Αλλά κάποιοι, πολύ λίγοι, είναι στενοί μας φίλοι. Επειδή έχουμε πιο πολλά κοινά μαζί τους, μπορούμε να τους αγαπάμε με μια ιδιαίτερη, ανιδιοτελή τελειότητα, εφόσον έχουμε πιο πολλά να μοιραστούμε. Είναι αναπόσπαστοι από τον προορισμό μας και επομένως, η αγάπη μας γι’ αυτούς είναι ιδιαίτερα ιερή: είναι μια φανέρωση του Θεού στη ζωή μας.


11. Η ανεκτική αγάπη είναι ένας υπέροχος ύμνος στην ελευθερία του Θεού. Αναγνωρίζει τη δύναμή Του να δίνει τον εαυτό Του σ’ αυτούς που Τον αγαπούν αγνά, χωρίς να παραβιάζει την αγνότητα της αγάπης τους. Και κάτι ακόμη περισσότερο: η ανεκτική αγάπη, έχοντας δεχτεί από τον Θεό σαν δώρο τον ίδιο τον εαυτό Του, μπορεί από μόνο το γεγονός αυτό, ν’ αγαπά με τέλεια αγνότητα. Γιατί ο Θεός ο Ίδιος δημιουργεί την αγνότητα και την αγάπη εκείνων που Τον αγαπούν και αγαπούν ο ένας τον άλλο με τέλεια αγαθότητα.

Η ανεκτική αγάπη Του δεν πρέπει να παρουσιάζεται σαν πείνα. Είναι το Δείπνο της Βασιλείας των Ουρανών στο οποίο πολλοί ήσαν καλεσμένοι από το μεγάλο Βασιλιά. Πολλοί δεν μπόρεσαν να πάνε στο Δείπνο επειδή επεθύμησαν περισσότερο απ’ αυτό, κάτι για τον εαυτό τους: ένα χωράφι, μια γυναίκα, ένα ζευγάρι βόδια. Όλα λογικά και απαραίτητα και όχι αμαρτωλά. Δεν μπόρεσαν όμως να συνειδητοποιήσουν ότι αν είχαν αναζητήσει πρώτα το Δείπνο και τη Βασιλεία, θα είχαν πάρει επίσης και όλα τ’ άλλα.

Η ανεκτική αγάπη δεν είναι πεινασμένη. Είναι το διαρκές, το αιώνιο Δείπνο όπου δεν υπάρχει κορεσμός. Είναι μια γιορτή όπου τρεφόμαστε με το να σερβίρουμε τους άλλους παρά με το να ταΐζουμε τον εαυτό μας. Είναι επίσης ένα Δείπνο στο οποίο υπάρχει φρόνηση, στο οποίο ξέρουμε πώς να δίνουμε ο ένας στον άλλο τη σωστή μερίδα του. «Είπε ο Κύριος: ποιος άραγε είναι πιστός και φρόνιμος οικονόμος, τον οποίο θα διορίσει ο Κύριος προϊστάμενο στο υπηρετικό προσωπικό του, για να τους δίνει στην κατάλληλη ώρα την κανονική μερίδα της τροφής; Μακάριος είναι ο δούλος εκείνος τον οποίον όταν έρθει ο Κύριος, θα τον βρει να ενεργεί έτσι» (Λουκ. 12,42-43).

Όμως, το να τρέφεις τους άλλους με ελεήμονα διάθεση, είναι το να τους τρέφεις με τον Άρτο της Ζωής, που είναι ο Χριστός. Και να τους διδάσκεις, επίσης, ν’ αγαπούν με μια αγάπη που δεν γνωρίζει την πείνα.

«Εγώ είμαι ο Άρτος της Ζωής. Εκείνος που έρχεται σε μένα δε θα πεινάσει, και εκείνος που πιστεύει σε μένα δε θα διψάσει ποτέ» (Ιω. 6,35).


T. Merton