Ο Ων

Ο Ων
"Μην κοιτάς τ'αγκάθια...ψάξε για το ρόδο"

28 Νοε 2016

Μεταξύ ανθρώπου και Θεού - Η Ποιμαντική σκέψη της Εβδομάδος


Όσο είναι πιο κοντά ο άνθρωπος στον Θεό, τόσο του φαίνεται μεγαλύτερος ο Θεός, και ο άνθρωπος μικρότερος. Όσο είναι πιο μακριά ο άνθρωπος από τον Θεό, τόσο του φαίνεται μεγαλύτερος ο άνθρωπος, και ο Θεός μικρότερος.

Υπάρχει ένα διάστημα μεταξύ ανθρώπου και Θεού, όπου ο άνθρωπος χάνεται, ενώ ο Θεός παραμένει και υπάρχει ένα άλλο διάστημα, όπου ο Θεός χάνεται, ενώ ο άνθρωπος παραμένει.

Η άρνηση του Θεού δεν αποδεικνύει απολύτως τίποτα περί Θεού, αλλά δείχνει το μήκος του διαστήματος μεταξύ του αρνητή και του Θεού. Όταν ένας αρνητής του Θεού πιστέψει ξανά στον Θεό με τούτο δείχνει μόνο ότι το μήκος του διαστήματος μεταξύ του και του Θεού κόντυνε.

Για να γνωρίσει ένας άνθρωπος την ύπαρξη των πυραμίδων της Αιγύπτου, πρέπει ή να πιστέψει εκείνους, που βρέθηκαν άμεσα κοντά στις πυραμίδες, ή πρέπει μόνος του να έρθει άμεσα κοντά στις πυραμίδες. Τρίτος τρόπος δεν υπάρχει.

Έτσι και κάθε άνθρωπος μπορεί να γνωρίσει την ύπαρξη του Θεού ή πιστεύοντας εκείνους, που στάθηκαν και στέκουν σε άμεση επαφή με τον Θεό, ή πρέπει να κοπιάσει να έρθει μόνος του σε άμεση επαφή με τον Θεό.

Σ’ εσένα φαίνεται γελοίος και θλιβερός εκείνος, που αρνείται την ύπαρξη των πυραμίδων σε τέτοια βάση, επειδή ο ίδιος δεν έχει δει τις πυραμίδες προσωπικά; Ακόμα πιο γελοίος και θλιβερός φαίνεται εκείνος ο οποίος αρνείται την ύπαρξη του Θεού σε τέτοια βάση. Πιο γελοίος και θλιβερός φαίνεται ο δεύτερος από τον πρώτο επειδή:

Πρώτον, εφόσον τις πυραμίδες μπορεί να γνωρίσει προσωπικά μόνο σ’ ένα μέρος σ’ όλο τον κόσμο, ενώ τον Θεό μπορεί να Τον γνωρίσει προσωπικά σε κάθε μέρος ολόκληρου του κόσμου και δεύτερον, αφού είναι κατά χιλιάδες μεγαλύτερος ο αριθμός εκείνων των μαρτύρων που προσωπικά γνώρισαν τον Θεό, από τον αριθμό εκείνων που προσωπικά γνώρισαν τις πυραμίδες.

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς


Στοχασμοί περί καλού και κακού’, εκδ. Εν πλω, σ.117-118

περί Έρωτος


Όσοι των αστεριών την εύνοια έχουν ας καυχώνται
     για τιμές δημόσιες και τίτλους ηχηρούς
κι όσο για μένανε που η τύχη από θριάμβους
     τέτοιους με κρατάει μακριά
έχω άλλη, άσημη, χαρά που υπέρτατα τιμώ.
                                      ᵻ
Τρανών πριγκίπων ευνοούμενοι, τα φύλλα
     τους απλώνουν
σα τη χρυσομαργαρίτα που ανθίζει στου ήλιου
     το μάτι ̇
μέσα τους θάβεται η τέρψη που καμαρώνουν
και σ΄ ένα αγρίεμα όλη η δόξα τους πεθαίνει.
Παλαίμαχος πολεμιστής και πολυφημισμένος
αν μετά από χίλιες νίκες μια φορά ηττηθεί
τονε ξεγράφουνε απ’ το βιβλίο των τιμών
κι όλοι του οι μόχθοι και οι νίκες του περνούν
στη λήθη.
                                       ᵻ
     Ευτυχισμένος είμ’ εγώ που αγαπώ κι αγάπη έχω
     κι ούτε την αρνιέμαι ούτε μπορούν να μου
          την αρνηθούν.

Γουίλιαμ Σαίξπηρ- Σονέτο 25

26 Νοε 2016

Θείο δώρο


Ήθελα τάχα, Θεέ μου, να μου κάνεις δώρο
'ενα μικρό θεό, στην άκρη αυτού του κόσμου.
Και να 'χει αρχή και τέλος ο μικρός θεός μου
που ήθελα τάχα, Θέ μου, να μου κάνεις δώρο,
να τον χωρεί καλά και με ο εγκέφαλός μου.
Κλεισμένος να πονεί μες το γαλάζιο χώρο...
Ήθελα τάχα, Θεέ μου, να μου κάνεις δώρο
ένα μικρό θεό στην άκρη αυτού του κόσμου...

Κλεισμένος να πονεί μες το γαλάζιο χώρο,
για να τον αγαπώ καθώς τον εαυτό μου.
Κ' ενώ θε να ποθεί το φως κάποιου άλλου κόσμου,
κλεισμένος να πονεί μες τον γαλάζιο χώρο!
Να φεύγει ορμητικός, μα ο κύκλος κάθε δρόμου,
να φέρνει μου ξανά, το θείο σου, Θέ μου δώρο.
Κλεισμένος να πονεί μες το γαλάζιο χώρο,

να κλείνω εγώ αυτόν, κι αυτός τον εαυτό μου.

Ν.Βρεττάκος

20 Νοε 2016

Κατά Λουκάν 12:16-21


12:16. Εἶπε δὲ παραβολὴν πρὸς αὐτοὺς λέγων· ἀνθρώπου τινὸς πλουσίου εὐφόρησεν ἡ χώρα· 17. καὶ διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ λέγων· τί ποιήσω, ὅτι οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω τοὺς καρπούς μου; 18. καὶ εἶπε· τοῦτο ποιήσω· καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω, καὶ συνάξω ἐκεῖ πάντα τὰ γενήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου, 19. καὶ ἐρῶ τῇ ψυχῇ μου· ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου. 20. εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Θεός· ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται; 21. οὕτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ, καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν.

Μετάφραση
12:16. Είπε δε προς αυτούς και την εξής παραβολήν· “κάποιου πλουσίου ανθρώπου εσημείωσαν εξαιρετικήν ευφορίαν τα χωράφια του. 17. Και αυτός έπεσεν αμέσως εις αγωνιώδην συλλογήν και μέριμναν, λέγων· Τι να κάμω, διότι δεν έχω που να συγκεντρώσω και αποθηκεύσω τους καρπούς των χωραφιών μου; 18. Και ύστερα από μεγάλην σκέψιν είπε· τούτο θα κάμω· Θα κρημνίσω τας αποθήκας μου και θα οικοδομήσω άλλας μεγαλυτέρας, και θα συγκεντρώσω εκεί όλα τα γεννήματά μου και τα αγαθά μου. 19. Και θα πω εις την ψυχήν μου· Ψυχή, έχεις πολλά αγαθά αποθηκευμένα για έτη πολλά· απόλαυσε την ζωήν, αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου. 20. Αφού δε ετοίμασε όλα και πριν προλάβη τίποτε από αυτά να απολαύση, του είπεν ο Θεός· ανόητε από την κακίαν σου άνθρωπε και απερίσκεπτε, αυτήν την νύκτα, που επίστευσες ότι θα αρχίση η απολαυστική ζωη σου, απαιτούν να πάρουν από σε χωρίς αναβολήν την ψυχήν σου· αυτά δε που έχεις ετοιμάσει, εις ποίον τώρα ανήκουν; 21. Ετσι παθαίνει και αυτό το τέλος έχει εκείνος, που εγωϊστικά θησαυαρίζει δια τον ευατόν του και δεν προσπαθεί να αποκτήση τον πλούτον των καλών έργων, εις τα οποία ευχαριστείται ο Θεός”.

..κάθε στιγμή της ζωής μας πρέπει να είναι τέλεια, κάθε λέξη μας πρέπει να είναι γεμάτη ζωή και πνεύμα, ώστε να μπορεί να μπει στην αιωνιότητα. Όλα όσα κάνουμε πρέπει να είναι προς τον καθέναν από μας κάτι που δίνει ζωή και εκφράζει όλη την πληρότητα και όλο το βάθος και την δύναμη της αγάπης και της εκτίμησης που πρέπει να νιώθουμε για τον καθένα και για όλα…

Anthony Bloom από εδώ

18 Νοε 2016

Μέριμνα για τα επίγεια...προετοιμάσου!


…Όλα τα πλούτη μας, η δόξα και οι τιμές, δεν είναι παρά ένα φευγαλέο όνειρο, που τελειώνει με τον θάνατο. Κάνεις δεν παίρνει τίποτε μαζί του στον άλλο κόσμο, ούτε ένα έστω ψιχουλάκι από το επίγειο συμπόσιο! Είναι μακάριος όποιος κατανοεί πως η ψυχή είναι το μοναδικό απόκτημα του, το οποίο από τίποτε δεν φθείρεται, ούτε και απ’ αυτόν τον θάνατο! Ένας τέτοιος άνθρωπος σκέπτεται τρεις μόνον πραγματικότητες: τον θάνατο, την ψυχή και τον Θεό-Κριτή. Ο αββάς Ευάγριος διδάσκει τα εξής: «Κράτα διαρκώς στο νου σου τον επικείμενο θάνατό σου και την Κρίση κι έτσι θα διαφυλάξεις την ψυχή σου από την αμαρτία».

Όλες οι βιοτικές μας μέριμνες σε τούτη τη ζωή είναι σαν άσκοπες φροντίδες για ένα γεύμα που πρέπει σύντομα να διακοπεί. Ο Άγιος Ησαΐας ο Αναχωρητής λέει χαρακτηριστικά: «Έχε μπροστά στα μάτια σου τον θάνατο, κάθε μέρα· συνεχώς να σκέπτεσαι το πως θα χωριστείς από το σώμα σου, πως θα περάσεις από την περιοχή των δυνάμεων του σκότους που θα σε συναντήσουν στον αέρα και πως θα παρουσιαστείς ενώπιον του Θεού! Προετοιμάσου για εκείνη τη Φοβερή Ημέρα, κατά την οποία θα σε βρει η Κρίση του Θεού, σαν να την βλέπεις ήδη από τώρα!».

Κάποια μέρα ένας πλούσιος έμπορος, ο Ιωάννης, πήγε στον Όσιο Σαββάτιο του Σολόφσκι και του προσέφερε πλούσια ελεημοσύνη. Ο Σαββάτιος δεν δέχθηκε να λάβει το παραμικρό και είπε στον δωρεοδότη να τα μοιράσει όλα στους φτωχούς. Ο Ιωάννης πολύ λυπήθηκε γι  αὐτό και ο Όσιος, για να τον παρηγορήσει και να του αποκαλύψει ορισμένα πράγματα, του είπε: «Ιωάννη, παιδί μου, μείνε εδώ και αναπαύσου μέχρι αύριο και τότε θα δει τη δόξα του Θεού». Ο Ιωάννης υπάκουσε. Την επαύριο, πράγματι ο Ιωάννης μπήκε στο κελλί του Σαββατίου και είδε τον γέροντα οριστικά αναπαυμένο, ενώ μια γλυκειά ευωδία πλημμύριζε το κελλί. Αυτός που προβλέπει το τέλος της ζωής του, αυτός δεν μεριμνά για τα επίγεια αγαθά!

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς

15 Νοε 2016

Όσιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ (1722-1794)


"Νὰ εἶσαι σταθερὰ προσηλωμένος στὸν Θεό, διότι ᾿Εκεῖνος θὰ,σὲ καθοδηγήση στὸ κάθε τι καὶ θὰ σοῦ ἀποκαλύψη, διὰ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, ὅλα τὰ ἐπουράνια καὶ τὰ ἐπίγεια μυστήρια"


Από το βιβλίο «Τα κρίνα του Αγρού»

Απολέλυσαι της ασθενείας σου


Νηστεύει η ψυχή μου από πάθη
και το σώμα μου ολόκληρο την ακολουθεί.
Οι απαραίτητες μόνο επιθυμίες -
και το κρανίο μου ολημερίς χώρος μετανοίας
όπου η προσευχή παίρνει το σχήμα θόλου.

Κύριε, ανήκα στους εχθρούς σου.
Συ είσαι όμως τώρα που δροσίζεις
το μέτωπό μου ως γλυκύτατη αύρα.
Έβαλες μέσα μου πένθος χαρωπό
και γύρω μου όλα πια ζουν και λάμπουν.
Σηκώνεις την πέτρα - και το φίδι
φεύγει και χάνεται.
Απ' τήν ανατολή ως το βασίλεμμα του ήλιου
θυμάμαι πως είχες κάποτε σάρκα και οστά για μένα.
Η νύχτα καθώς την πρόσταξες απαλά με σκεπάζει
κι ο ύπνος - που άλλοτε έλεγα πως ο μανδύας του
με χίλια σκοτάδια είναι καμωμένος,
ο μικρός λυτρωτής, όπως άλλοτε έλεγα -
με παραδίδει ταπεινά στα χέρια σου...
Με τη χάρη σου ζω την πρώτη λύτρωσή μου.

Νίκος Καρούζος

Ευχαριστούμε τη φίλη Μαρία που μας έστειλε το παραπάνω ποίημα..Καλή Σαρακοστή!

14 Νοε 2016

Φυγή

«Αισθάνομαι την πραγματικότητα με σωματικό πόνο. Γύρω δεν υπάρχει ατμόσφαιρα, αλλά τείχη που στενεύουν διαρκώς περισσότερο, τέλματα στα οποία βυθίζομαι ολοένα. Αναρχούμαι από τις αισθήσεις μου.

Η παραμικρότερη υπόθεση γίνεται τώρα σωστή περιπέτεια. Για να πω μια κοινή φράση, πρέπει να τη διανοηθώ σ’ όλη της την έκταση, στην ιστορική της θέση, στις αιτίες και τα αποτελέσματά της. Αλγεβρικές εξισώσεις τα βήματά μου».

 Κ. Καρυωτάκης

Απόσπασμα από το «Φυγή», δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Νέα Εστία", Γ', 62, 15 Ιουλίου 1929 

Θα έρθουν μέρες


Θα έρθουν μέρες, ώρες και στιγμές που θα νιώσουμε αδύναμοι να προσευχηθούμε. Να σταθούμε ενώπιον του Θεού και να ψελλίσουμε τις γνωστές μας προσευχές. Ίσως τότε που δεν υπάρχει καμία πλέον δική μας προσπάθεια και δεν μπορούμε να  υποστηρίξουμε τον εαυτό μας με καμία δική μας κατάκτηση, προσπάθεια, αρετή και κατόρθωμα, να είναι η ώρα που η Χάρις θα μας αρπάξει στην κυριολεξία στην πλεονάζουσα αγκαλιά της.

Είναι τέτοιες στιγμές που πολλές φορές γεννιέται κάτι ειλικρινές και αληθινό μεταξύ εμάς και του Θεού, όταν εμείς έχουμε τσακιστεί και τσαλακωθεί, όταν νιώθουμε ανίσχυροι μέσα στην αποτυχία μας.

Άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι η προσευχή πολλές φορές εκφράζεται ως βαθιά σιωπή απέναντι στην δική μας αδυναμία και στην μεγάλη του φιλανθρωπία.

π. Λίβυος

12 Νοε 2016

'Ατιτλο


Παρά λίγη καρδιά θα 'ταν ο κόσμος άλλος
Ελύτης

«Ένα βράδυ σε μια όχι κοσμική ταβέρνα, μπήκε ένας νεαρός Κινέζος, μετανάστης, με το κινητό εμπόρευμά του έκθετο πάνω σ' ένα ξύλινο τελάρο κρεμασμένο με λουρί από το λαιμό του.

Γυαλοκοπούσαν ένα σωρό μπιχλιμπίδια εκεί μέσα παράξενα και μη παράξενα. Εμένα μου γυάλισαν κάτι κοκκινόχρωμα ευτελή πουλάκια γύψινα. Το καθένα πατούσε σε έναν πλαστικό κορμό δέντρου, χωρίς ούτε ένα ξερό φύλλο επάνω, που να δείχνει πως υπήρξαν και καλύτερες εποχές.

Στην άκρη του κορμού, υπήρχε ένα κουμπάκι σαν εξόφθαλμος ρόζος. Το πάταγες και το πουλί κελαηδούσε.

Πήρα τρία πουλάκια με μια βιασύνη λες και υπήρχε φόβος να πετάξουν και να φύγουν, δε ρώτησα πόσο κάνει το ένα, ούτε διεκδίκησα έκπτωση λόγω της κατανάλωσης.

Με ρώτησαν ύστερα από τη συντροφιά «καλά ένα, αλλά τρία πουλάκια τι τα ήθελες;»

Απάντησα: η μια παραίσθηση θα κελαηδάει. Η δεύτερη θα είναι επί ποδός, να αλλάζει αμέσως την μπαταρία μόλις τελειώσει. Και η τρίτη, θα γυρίζει τις σελίδες με τις νότες του κελαηδισμού και θα τις συγκρατεί να μην τις πάρει ο σφοδρός άνεμος της νοερότητας. Ανήσυχη πάντως θα τρέχει κάθε τόσο στην πόρτα να δει αν έρχεται η ανθρωπότης. Σε σχηματισμό λέξεων. Ανήσυχη, αν ανάμεσά τους θα είναι προπάντων η καθοριστική λέξη: ακροατήριο.

Αλίμονο αν δεν έρθει.

Γι'αυτό το ακροατήριο μαθαίνουμε να ψευτοτραγουδάμε ή να βουβαινόμαστε, βυθιζόμενοι αργά αργά στην άπατη λέξη: βοήθεια... βοήθεια... που να ξελαρυγγιαζόμαστε να ζητάμε.

Όσο κι αν δεν το ομολογούμε, όλο και πιο φανερό γίνεται ότι όλοι μας, για έναν γοητευμένο, ακούραστο ακροατή του μέσα είναι μας ζούμε, βυθιζόμενοι αργά αργά στην άπατη λέξη: αναμονή.

Κι όσο λογοδοτούσα, με πλησίασε ένας σερβιτόρος και σκυφτά μου έδωσε ένα πάνινο μεταξωτό σακουλάκι.

Είναι από κείνον τον αλλοδαπό, μου ψιθύρισε.

Έβγαλα από μέσα ένα εξαίσιο πουλάκι. Πέρα για πέρα αληθινό. Το' βλεπες από το πώς ανάδευε τα φτεράκια του η αέρινη χειρονομία, όπως αληθινό ήταν και το καταπράσινο φύλλο που υπήρχε σε τούτο τον κορμό. Απόδειξη πόσο ριγηλά το έσειε ο απόμακρος άνεμος της αλληλότητας (αν βέβαια υπάρχει αυτή η λέξη)…

Απόσπασμα από ομιλία της Κικής Δημουλά

11 Νοε 2016

Ο λόφος με τις παπαρούνες


In Flanders fields the poppies blow
Between the crosses, row on row
John McCrae

Είναι και μια μέρα χαρούμενη μέσα στις άσκημες μέρες της πορείας. Μια μέρα γαλάζια και κόκκινη, με ανοιξιάτικον ουρανό, γεμάτη μαβιά μάτια, κόκκινα αγριολούλουδα και αργά μελαγχολικά τραγούδια.

Ήταν ένας λόφος άλικος από τις παπαρούνες. Ξεκουραζόταν ένα Ρούσικο Σύνταγμα, που τραβούσε κι αυτό για το μέτωπο. Εκεί μας σταματήσανε κ' εμάς. Είχε νερό μπόλικο και πρασινάδα εκεί δίπλα. Στήσαμε πυραμίδες τα όπλα και φάγαμε κοντά τους. Μας σίμωσαν κάτι μεγαλόσωμα παλικάρια με τριανταφυλλιά μάγουλα, με χοντρές μπότες και μπλούζες παιδιάτικες δίχως κουμπιά. Τα πηλίκιά τους είχαν κεραμίδι στενούτσικο.

— Γκίρτς;

— Γκίρτς.

— Κριστιάν;

— Κριστιάν.

— Ορτοντόξ;

— Ορτοντόξ.

Μας δεχτήκανε με χαρές σχεδόν παιδιάτικες. Γελούσανε, και μεις γελούσαμε, μας χάριζαν κονσέρβες, σουγιάδες. Με τα μεγάλα τους χέρια μάς χτυπούσανε στην πλάτη. Τραβούσανε και μας δείχναν από την τραχηλιά τους χρυσά, σιντεφένια σταυρουδάκια και φυλαχτάρια κρεμασμένα με αλυσιδίτσες. Σταυροκοπιόντανε με τον ορθόδοξο τρόπο.

— Κριστιάν! Κριστιάν!

Φάγαμε μαζί, κουβεντιάσαμε ώρες δίχως να καταλαβαίνει γρι ο ένας απ' τη γλώσσα τ' αλλουνού. Όμως συνεννοηθήκαμε περίφημα. Η αγάπη κ’ η όχτρα έχουνε διεθνή γλώσσα.

Βρήκα κ' ένα νεώτατον αξιωματικό, λεπτοκαμωμένο σαν κορίτσι, με μεγάλα γυαλιά και γελαζούμενα χείλη, που θυμόταν απ' το σκολειό του μερικά αρχαία, τσάτρα-πάτρα. Τα μαλλιά του ήταν ξανθά σαν του καλαμποκιού, είχε κ’ ένα χρυσό μουστακάκι.

— Ημείς ρούσιαν λίαν Έλληνες αγαπώμεθαν! Οδησσόν λίαν Έλληνες! Λίαν!

Πήρε ύφος και μου απάγγειλε κάτι αλαμπουρνέζικα, που, όπως με βεβαίωσε ήταν Όμηρος από το πρωτότυπο. Κατόπι κάμανε μια μεγάλη χορωδία και μας τραγούδησαν λαϊκά τραγούδια. Καμπόσοι τα κομπανιάριζαν με κάτι μακριές μπαλαλάικες που τις σήκωναν στη ράχη σταυρωτά με το ντουφέκι τους. Δεν κατάλαβα τα λόγια των τραγουδιών, μα σίγουρα θα μιλούσαν για ένα δάσος χιονισμένο, για ένα χωριό χιονισμένο, που οι μπουχαρίδες των καλυβιώ του θυμιάζουνε γαλάζιον καπνό μέσα στον παγωμένον αγέρα. Ξανθιές γυναίκες με χοντρές πλεξούδες κάθουνται πίσω απ' τα κλειστά τους τζάμια, με το λευκό κούτελο ακουμπισμένο στο γυαλί. Σκουπίζουν αργά με το δάχτυλό τ' αχνισμένο τζάμι και βλέπουνε στα χαμένα, μακριά, μακριά, το ρούσικο κάμπο που δεν τελειώνει παρά στα ουρανοθέμελα. Μέσα στην απέραντη πλατωσιά, ένα μονοπάτι χαραγμένο στο χιόνι από τα έλκηθρα. Ένα μονοπάτι που πήρε τα παλικάρια του χωριού και τα πήγε μακριά, μακριά, πέρα από τα σταχτιά ουρανοθέμελα. Ίσως και πέρα απ' τη ζωή.

Οι μορφές των τραγουδιστάδων ήταν σοβαρές, τα παιδιάτικά τους τα σλάβικα μάτια βούρκωναν. Σαν τέλειωσαν το τραγούδι μείναμε πολλήν ώρα ακίνητοι μαζί τους, ταξιδεύοντας πάνω στα φτερά της μουσικής, που ενώνει τις καρδιές, γιατ' είναι η γλώσσα τους η πανανθρώπινη.

Σαν κάμαμε τις τετράδες για να φύγουμε, οι Ρούσοι βάλανε παπαρούνες μέσα στις μπούκες των τουφεκιώ μας. Ήτανε σα μια παράξενη λιτανεία με ατσαλένιες λαμπάδες, που στην κορφή τους άναβε η πιο χαρούμενη φλόγα.

— Αντίο! Αντίο!

Ο πολύ νέος αξιωματικός πετά το καπέλο του, λυγερός, σχεδόν διάφανος μέσα στο φως.

— Χαίρε, λίαν, Έλληνες! Χαίρε!

Πόση αγάπη υπάρχει στον κόσμο! Άφθονη σαν ποτάμι που χύνεται μέσα σ' έναν κάμπο. Ανθισμένη σαν ένας λόφος κόκκινος από τις παπαρούνες, που σε φωνάζουνε να τις κόψεις. Δεν έχεις παρά να σκύψεις να τις κόψεις.

Στρατής Μυριβήλης

Απόσπασμα από το βιβλίο “Η ζωή εν τάφω”, Αθήνα 1959, σ. 53-55

Οι Βρετανοί εορτάζουν σήμερα τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι παπαρούνες καρφιτσώνονται στο πέτο σήμερα 11 Νοεμβρίου, στη Βρετανία, ενώ στις 11:00 ακριβώς κρατείται και σιγή δυο λεπτών, στη μνήμη των πεσόντων, αφού την "ενδέκατη ώρα, της ενδέκατης μέρας του ενδέκατου μήνα" το 1918, υπεγράφη η ανεπίσημη ανακωχή του πολυετούς και αιματηρού μεγάλου πολέμου. Από τις πιο αιματοβαμμένες σελίδες του πολέμου, είναι οι μάχες που έγιναν στα λιβάδια της Φλάνδρας. Λιβάδια, που μετά το τέλος του πολέμου φύτρωσαν κατακόκκινες παπαρούνες.

9 Νοε 2016

Ἀναβίωση


Τόσοι ἄνεμοι, Θέε μου, καί δέν ἔσβησε
ἀκόμη τῆς καρδιᾶς μου τό φῶς.
Προκλητικό καί ἀμετάπειστο, ἐπιμένει.
Εἶναι τό αἷμα μου· κ’ εἶναι ἡ ἀγάπη μου
σ’ αὺτή τή ζωή, πού ἀνανεώνει διαρκῶς
τό διαρκῶς καιόμενο αἷμα μου.

Νικηφόρος Βρεττάκος


Από το ΗΛΙΑΚΟΣ ΛΥΧΝΟΣ, 1984

Περί φιλίας


Φιλία είναι αγάπη υγιούς ψυχής προς ψυχή επίσης υγιή. Η φιλία ως απόρροια υγιούς ψυχής είναι ιερή, αγνή, ακέραιη, πιστή, σταθερή, ειλικρινής, θαρραλέα, αληθινή, αιώνια.

Η φιλία είναι αρετή, γιατί θεμελιώνεται στο ήθος και την καλή διαγωγή της ψυχής. Γι’ αυτό και μόνο με την αρετή συνάπτεται και αυτής γίνεται εραστής και αυτήν αγκαλιάζει, μένοντας μαζί της πάντοτε.

Η φιλία σαν αρετή, έλκεται από το όμοιο και αναπαύεται με τις συγγενείς αρετές. Είναι σύνδεσμος δύο όμοιων ψυχών. Είναι πάθος συνετής ψυχής και συνδέει τους φίλους με σφοδρή αγάπη. Συνδέει δε με πόθο τους ανθρώπους που έχουν από τη φύση τους την τάση να διασπώνται.

Η φιλία έχει σταθερό και ασυμβίβαστο ήθος. Είναι η φιλία ένα είδος ηθικής ευχαρίστησης, που κατευχαριστεί την ψυχή. Η φιλία υπομένει τα πάντα, συμπάσχουσα και συμπαραστεκόμενη.

Ο Αριστοτέλης έχει πει: «Φιλία είναι μία ψυχή που κατοικεί σε δύο σώματα». Η φιλία είναι πιο δυνατή από τη συγγενική αγάπη, διότι η μεν συγγενική αγάπη είναι έργο ανάγκης, η φιλία όμως βασίζεται στη θέληση.

Η φιλία υπαγορεύει ευλάβεια προς τα ιερά των φίλων, αγνότητα στη συμπεριφορά, ακεραιότητα στα ήθη, πίστη στον χαρακτήρα, σταθερότητα στις αποφάσεις, ειλικρίνεια στους λόγους, θάρρος στο να ειπωθούν τα ορθά και ωφέλιμα και στο να λέγεται η αλήθεια.

Η φιλία είναι το στήριγμα για την ευτυχία δύο αγαθών ανθρώπων, γιατί μόνο μεταξύ αγαθών ανθρώπων μπορεί να αναπτυχθεί η αληθινή φιλία.

Ο Πλάτων λέει: «Φιλία είναι η ομόνοια υπέρ των καλών και των δικαίων. Η θέληση για κοινό τρόπο ζωής, ίδιος τρόπος σκέψης και πράξης, ζωή με αρμονία και καλή διάθεση ώστε να υπάρχει ομόνοια, συνοδοιπορία τόσο στα ευχάριστα, όσο και στα δυσάρεστα».

Τρία είναι τα είδη της φιλίας: αυτή που βασίζεται στην αρετή, αυτή που θεμελιώνεται στο συμφέρον και αυτή που υπάρχει από συνήθεια. Άριστη όμως είναι η χάριν της αρετής φιλία, γιατί τη στερεώνει η αρετή της αγάπης.»


Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως , “Το Γνώθι Σ’αυτόν”

7 Νοε 2016

Η σιωπή του Θεού και του ανθρώπου - Η Ποιμαντική σκέψη της Εβδομάδος


Μια συνάντηση δε γίνεται ποτέ πλήρης και εις βάθος αν τα δύο μέρη που την πραγματοποιούν δεν είναι σε θέση να παραμείνουν σιωπηλοί μεταξύ τους. Όσο χρειαζόμαστε λόγια και έργα και χειροπιαστές αποδείξεις, σημαίνει ότι δε φτάσαμε στο βάθος και στην πληρότητα που αποζητάμε. Δεν έχουμε βιώσει τη σιωπή που τυλίγει δύο ανθρώπους σε θερμή οικειότητα. Η σιωπή αυτή πάει πολύ βαθιά, πολύ πιο βαθιά απ' ό,τι νομίσαμε ότι είχαμε φθάσει, η εσωτερική μας σιωπή μας οδηγεί στη συνάντηση του Θεού και με τον Θεό και εν τω Θεώ στη συνάντηση του διπλανού μας. 

Σ' αυτήν την κατάσταση σιωπής δε χρειάζονται λόγια για να ενωθούμε με το συνάνθρωπό μας, για να επικοινωνήσουμε μαζί του με όλο τον εσωτερικό μας κόσμο, και να προσεγγίσουμε μαζί, και πιο πέρα από τον εαυτό μας Εκείνον που μας ενώνει. Κι όταν η σιωπή βαθύνει αρκετά, τότε θ' αρχίσουμε να μιλάμε από τα βάθη της, φυλάγοντας και προσέχοντας μην τη διακόψουμε με τη θορυβώδη αταξία των λόγων μας. Τότε αρχίζει η περισυλλογή. Το μυαλό μας αντί να προσπαθεί να ξεχωρίσει ανάμεσα σε πλήθος μορφών, όπως κάνει συνήθως, προσπαθεί να ανασύρει απλές φωτεινές μορφές από τα βάθη της καρδιάς. Τότε είναι που το μυαλό κάνει σωστά τη δουλειά του. Γίνεται υπηρέτης σε Εκείνον που εκφράζει κάτι μεγαλύτερο από αυτό. Και τότε βλέπουμε πολύ μακριά, πέρα από τον εαυτό μας και προσπαθούμε να εκφράσουμε μέρος αυτού που βλέπουμε με φόβο και σεβασμό. Τέτοιοι λόγοι, εφόσον δε συντελούν  στο να ευτελίσουν ή να εκλογικεύσουν την όλη εμπειρία, δε διασπούν τη σιωπή, αλλά την εκφράζουν. Υπάρχει ένα αξιομνημόνευτο χωρίο κάποιου Καρθουσιανού συγγραφέα του μεσαίωνα που λέει πως αν ο Χριστός είναι ο Λόγος του Θεού, ο Πατέρας είναι η δημιουργική σιωπή  που δεν μπορεί παρά να παράγει «λόγο» αντάξιό της. 

Κάποια γεύση αυτής της καταστάσεως έχουμε στις στιγμές της σιωπής μας. Κάποτε αυτή η σιωπή μας σκεπάζει σαν θαύμα, σαν δώρο Θεού. Πολύ συχνά πρέπει να μάθουμε να της αφήνουμε χώρο μέσα μας. Χρειαζόμαστε πίστη, αντοχή, και ελπίδα και ακόμα εκείνη την εσωτερική ειρήνη που οι Έλληνες Πατέρες ονομάζουν ησυχία. Η προσευχή έχει ανάγκη από αυτή την ησυχία, που δεν ερμηνεύεται ούτε ως δραστηριότητα ούτε ως παθητικότητα. Είναι μια γαλήνια ένταση προσοχής. Πρέπει παράλληλα με την άσκηση του σώματος και του πνεύματος να μάθουμε να φθάνουμε σ' αυτή την τέλεια προσευχή της εσωτερικής σιωπής.

Anthony Bloom

Απόσπασμα από το βιβλίο "Θέλει τόλμη η προσευχή", εκδ. Ακρίτας

Η Σιωπή


Ὅσο καὶ ἄν μένουν ἀνεκτέλεστα τὰ ἔργα, ὅσο καὶ ἄν εἶναι πλήρης ἡ σιγὴ (ἡ σφύζουσα ἐντούτοις) καὶ τὸ μηδὲν ἄν διαγράφεται στρογγύλον, ὡς ἄφωνον στόμα ἀνοικτόν, πάντα, μὰ πάντα, ἡ σιγὴ καὶ τὰ ἀνεκτέλεστα ὅλα, θὰ περιέχουν ἕν μέγα μυστήριον γιομάτο, ἕνα μυστήριον ὑπερπλῆρες, χωρὶς κενὰ καὶ δίχως ἀπουσίαν, ἕν μέγα μυστήριον (ὡς τὸ μυστήριον τῆς ζωῆς έν τάφω) – τὸ φανερὸν, τὸ τηλαυγές, τὸ πλῆρες μυστήριον τῆς ὑπάρξεως τῆς ζωῆς, Ἄλφα-Ὠμέγα.


Ανδρέας Εμπειρίκος

3 Νοε 2016

Τι ζεις εσωτερικά;


... αν θέλουμε να γνωρίσουμε το εσωτερικό μας βαθιά κι ακόμη βαθύτερα, θα διαπιστώσουμε ότι αυτή η πορεία είναι αρκετά δύσκολη. Στο δρόμο μας συναντάμε όλων των ειδών τα τέρατα. Και τα τέρατα αυτά δεν είναι διάβολοι, ούτε οι πλησίον μας· τα τέρατα είμαστε εμείς οι ίδιοι.

Γενικά ζούμε στραμμένοι προς τα έξω. Και αυτό που μας κάνει να ζούμε έτσι είναι η πλεονεξία, ο φόβος και η περιέργεια. Ένας Γάλλος επιστήμονας που εργαζόταν στην Αμερική, ο Alexis Carrell, στο βιβλίο του «Ο άνθρωπος, αυτός ο άγνωστος», γράφει: «Αν ρωτήσεις τον εαυτό σου πού σταματάει η προσωπικότητά σου, θα διαπιστώσεις ότι, η γλώσσα του λαίμαργου απλώνεται σαν πλοκάμι σε όλα τα φαγώσιμα του κόσμου. Τα μάτια του περίεργου σαν κεραίες φτάνουν και κολλάνε σε καθετί γύρω σου. Τα αυτιά του ωτακουστή γίνονται πλατιά  και μακριά και φτάνουν παντού».

Έτσι λοιπόν το πρώτο πράγμα που έχει κανείς να κάνει, είναι να ξεκολλήσει τα πλοκάμια του απ έξω, από τον περίγυρο, και να τα στρέψει μέσα του. Δεν μπορείς να πορευτείς προς τα μέσα αν ζεις εντελώς εξωτερικά...

Αν μείνουμε μόνοι με τον εαυτό μας, σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα το πιθανότερο είναι να νιώσουμε βαριεστημάρα. Και βέβαια αυτό πρέπει να μας κάνει να μην απορούμε όταν και οι άλλοι αισθάνονται βαριεστημένοι μαζί μας...

Με άλλα λόγια, ζούμε αντανακλαστικά, κινούμαστε δηλαδή από εξωτερικά και όχι από εσωτερικά ελατήρια. Έτσι, όταν μείνουμε χωρίς εξωτερικό ερεθισμό, τότε ανακαλύπτουμε ότι, σχεδόν τίποτα δεν υπάρχει μέσα μας που να μας ωθήσει στην πράξη προς μια οποιαδήποτε κατεύθυνση. Αυτό πραγματικά είναι μία τραγική αποκάλυψη.

Υπάρχει ένα κομμάτι στο βιβλίο του DickensPickwick Papers”, που είναι μια θαυμάσια περιγραφή της ζωής μας. Ο Πίκουικ μια μέρα νοίκιασε ένα μόνιππο για να πάει στη λέσχη. Στη διαδρομή ρωτάει τον αμαξά: «πείτε μου, πώς είναι δυνατόν ένα τόσο αδυνατισμένο άλογο να σέρνει ένα τόσο βαρύ αμάξι;» Ο αμαξάς του απαντά: «δεν είναι θέμα αλόγου κύριε αλλά καθαρά θέμα τροχών. Δηλαδή έχουμε ένα υπέροχο ζευγάρι ρόδες, τόσο καλά λαδωμένες, ώστε αρκεί το άλογο λίγο να κινηθεί και οι γερές ρόδες αρχίζουν να γυρίζουν με ταχύτητα. Τότε το καημένο το άλογο, πρέπει να τρέξει για να... γλιτώσει». Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο ζούμε τον περισσότερο καιρό. Δεν είμαστε το άλογο που σέρνει, είμαστε το άλογο που τρέχει για να γλιτώσει από το αμάξι, γιατί απειλείται η ζωή του.

Επειδή δεν ξέρουμε να ενεργούμε χωρίς κάποια εξωτερική αιτία, ανακαλύπτουμε ότι δεν ξέρουμε τι να κάνουμε με τον ίδιο τον εαυτό μας. Να γιατί νιώθουμε όλο και περισσότερο ανία.

Οι Πατέρες της Ερήμου, περιγράφουν καταστάσεις όπου υπήρξαν στιγμές στη ζωή των μοναχών που βγήκαν τρέχοντας από τα κελιά τους ζητώντας βοήθεια και προσπαθώντας να συναντήσουν κάποιον ή κάτι ή οτιδήποτε ήταν δυνατόν να βρεθεί, για να ξεφύγουν από την κενότητα και το «άδειο» που βρίσκουμε όλοι μέσα μας μετά από μια σωστή αυτοεξέταση.

Ο Θεοφάνης ο Έγκλειστος λέει: «Οι περισσότεροι άνθρωποι μοιάζουν με ένα ροκανίδι που στριφογυρίζει γύρω από το κούφιο κέντρο του».

Όταν ο άνθρωπος αντικρύσει αυτήν την πραγματικότητα, τότε έρχεται αντιμέτωπος με μια αγωνία που πραγματικά σε παραλύει. Αυτή η στιγμή απελπισίας και τρόμου, είναι αυτή που θα μας κάνει να φωνάξουμε: «Κύριε ελέησόν με. Είμαι χαμένος. Κύριε σώσε με!»

Είναι η στιγμή που κοιτάζουμε την άβυσσο της ανυπαρξίας... αλλά είναι επίσης και η στιγμή από όπου μπορούμε να «κρούσωμεν την θύραν». Την πόρτα δυστυχώς δεν μπορούμε να την χτυπήσουμε όταν βρισκόμαστε σε προηγούμενα στάδια...

Υπάρχει ένας βαθμός απελπισίας που είναι ταυτισμένος με την πλήρη και τέλεια ελπίδα. Αυτό είναι το σημείο από το οποίο, πορευόμενοι προς το εσωτερικό μας, θα μπορέσουμε να προσευχηθούμε αληθινά. Τότε το «Κύριε ελέησον» είναι αρκετό. Δεν χρειάζεται να πούμε καμία από εκείνες τις περίπλοκες προσευχές που βρίσκουμε στα προσευχητάρια. Αρκεί απλά να κραυγάσουμε μέσα στην απελπισία μας «βοήθεια!» και θα ακουστούμε.

Α.Bloom


Απόσπασμα από το βιβλίο “Μάθε να προσεύχεσαι”, εκδ. ‘Η Έλαφος’, Μάιος 2009 

2 Νοε 2016


Εκείνος που αγαπά το Θεό, πάνω από όλα τα κτίσματά Του προτιμά την γνώση Του κι αδιάλειπτα με πόθο την προσμένει.

Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής

Προσευχή..μια ανακάλυψη!


Προσευχή  σημαίνει αναζήτηση του Θεού, συνάντηση με τον Θεό, και προώθηση πιο πέρα από τη συνάντηση, στην κοινωνία μαζί Του. Η προσευχή είναι λοιπόν μια πράξη, ένα βίωμα, μία στάση. 

Μια στάση όχι μόνο σε σχέση με τον Θεό αλλά και σε σχέση με τον κόσμο της δημιουργίας. Προκύπτει από τη συναίσθηση ότι ο κόσμος στον οποίο ζούμε δεν είναι απλώς δυσδιάστατος, φυλακισμένος στις συντεταγμένες του χρόνου και του χώρου -ένας κόσμος επίπεδος στον οποίο συναντούμε την επιφανειακή όψη των πραγμάτων, μια θαμπή επιφάνεια που σκεπάζει το κενό...  

Η προσευχή προκύπτει από την ανακάλυψη ότι ο κόσμος έχει βάθος, και ότι δεν περιστοιχιζόμαστε μόνο από ορατά πράγματα, αλλά ότι είμαστε βουτηγμένοι μέσα σε αόρατα πράγματα και διαποτισμένοι απ’ αυτά.  

Κι αυτός ο αόρατος κόσμος είναι συγχρόνως η παρουσία του Θεού, η ύψιστη και κορυφαία πραγματικότητα, και η εσώτατή μας αλήθεια.  

Το ορατό και το αόρατο δε βρίσκονται σε αντίθεση μεταξύ τους ούτε μπορούν να αντιπαρατεθούν σαν ποσά προς άθροιση· είναι παρόντα συγχρόνως, όπως η φωτιά μέσα στο πυρωμένο σίδερο.  

Το ένα συμπληρώνει το άλλο κατά ένα μυστηριώδη τρόπο που ο Άγγλος συγγραφέας Charles Williams περιγράφει ως «συν-ενύπαρξη»: Η παρουσία της αιωνιότητος στο χρόνο, το μέλλον μέσα στο παρόν και επίσης η παρουσία  κάθε εφήμερης στιγμής μέσα στην αιωνιότητα, το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, όλα μαζί εσχατολογικά, το ένα μέσα στο άλλο όπως το δέντρο μέσα στο σπόρο!  

Το να ζει κανείς μόνο μέσα στον ορατό κόσμο είναι σαν να ζει στην επιφάνεια, αγνοεί ή παραγκωνίζει όχι μόνο την ύπαρξη του Θεού, αλλά και το βάθος των δημιουργημάτων.  

Σημαίνει καταδίκη του εαυτού μας σε μια επιφανειακή μόνο αντίληψη του κόσμου. Όταν όμως δούμε βαθύτερα τότε ανακαλύπτουμε στην καρδιά των πραγμάτων ένα σημείο ισορροπίας που αποτελεί την τελείωσή τους.  

Στα γεωμετρικά μεγέθη δεν υπάρχει εσωτερικότητα. Τα όριά τους είναι πεπερασμένα. Ο κόσμος τέτοιων μορφών είναι δυνατό να πολλαπλασιαστεί, αλλά δεν μπορεί να επεκταθεί σε βάθος.  

Η καρδιά όμως του ανθρώπου διαθέτει βάθος. Όταν προσεγγίσουμε την απαρχή της ζωής μέσα στον άνθρωπο, ανακαλύπτουμε πως η ίδια αυτή η ζωή πηγάζει από πιο πέρα.  

Η καρδιά του ανθρώπου είναι ανοιχτή στο μη ορατό. Όχι στο μη ορατό της ψυχολογίας του βάθους, αλλά στο άπειρο μη ορατό, στο δημιουργικό Λόγο του Θεού στον Θεό τον ίδιο.  

Έτσι η επιστροφή στον εαυτό μας δεν είναι συνώνυμη με την ενδοστρέφεια, αλλά με την ανάδυσή μας πέρα από τα όρια του πεπερασμένου εαυτού μας. 

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος είπε: «Όταν ανακαλύπτεις την πόρτα της καρδιάς σου, ανακαλύπτεις την πύλη τ' ουρανού». Η ανακάλυψη τώρα του δικού μας εσωτερικού βάθους συμβαδίζει με την αναγνώριση του βάθους των άλλων. Καθένας μας έχει τη δική του απεραντοσύνη. Χρησιμοποιώ τη λέξη «απεραντοσύνη» σκόπιμα. Σημαίνει πως το βάθος δε μετριέται, όχι γιατί είναι τόσο μεγάλο που να μην το φτάνουν τα μέτρα μας, αλλά διότι η ποιότητά του δεν υπόκειται καθόλου σε μετρήσεις.  

Η απεραντοσύνη της προσωπικής μας κλήσεως είναι ότι μετέχουμε στη θεία φύση, και ότι ανακαλύπτοντας το προσωπικό μας βάθος ανακαλύπτουμε τον Θεό τον οποίο μπορούμε να ονομάσουμε αθέατο πλησίον μας, Άγιον Πνεύμα, Χριστό, Πατέρα.  

Επίσης ανακαλύπτουμε την απεραντοσύνη και την αιωνιότητα του Θεού στο γύρω κόσμο μας. Και αυτή είναι η απαρχή της προσευχής: η αναγνώριση ενός τρισδιάστατου κόσμου σε χρόνο, χώρο και σε ένα μόνιμο αλλά συνεχώς εναλλασσόμενο βάθος.

Anthony Bloom

Από το βιβλίο Αντωνίου του Σουρόζ «Θέλει τόλμη η προσευχή», εκδ. Ακρίτας