Ἑτοιμάζου Βηθλεέμ, ἤνοικται πᾶσιν ἡ Ἐδέμ. Εὐτρεπίζου Ἐφραθᾶ, ὅτι τὸ ξύλον τῆς ζωῆς, ἐν τῷ Σπηλαίῳ ἐξήνθησεν ἐκ τῆς Παρθένου.
Παράδεισος καὶ γάρ, ἡ ἐκείνης γαστήρ, ἐδείχθη νοητός, ἐν ᾧ τὸ θεῖον φυτόν, ἐξ οὗ φαγόντες ζήσομεν, οὐχὶ δὲ ὡς ὁ Ἀδὰμ τεθνηξόμεθα. Χριστὸς γεννᾶται, τὴν πρὶν πεσοῦσαν, ἀναστήσων εἰκόνα.
Όσα λέμε δεν είναι θεωρίες
αλλά ο τρόπος υπάρξεως μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Όσο γνώρισα, πουθενά δεν
έχουμε αυτήν τη Θεία πολιτεία, πουθενά δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα: ο κάθε
άνθρωπος, όχι επειδή είναι έξυπνος, ούτε επειδή είναι καλός, ούτε επειδή είναι
νέος αλλά επειδή είναι άνθρωπος κι έχει την πνοή του Θεού μέσα του, κι έχει ένα
δικό του όνομα, μπορεί να ανακεφαλαιώνει το όλον.
Και ο άνθρωπος να μην
είναι ένα κομμάτι του όλου αλλά, αν θέλετε, να νοιώθει ότι το όλον γίνεται ένα
κομμάτι του καθενός ανθρώπου. Οπότε όταν φτάσει κανείς εκεί νοιώθει ότι φτάσαμε
στο εν, το οποίο έχει τα πάντα. Φτάσαμε σε μια άλλη πολιτεία. Αυτό σώζει τον
άνθρωπο, άσχετα αν είναι στην Ανατολή ή στη Δύση.
Ο Θεός Λόγος έγινε άνθρωπος
για να δώσει τη δυνατότητα στον κάθε άνθρωπο να γίνει Θεός κατά χάριν. Όταν ο
Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος πλησίαζε προς το πάθος, στην πορεία προς τη Ρώμη,
έγραφε κάποιες επιστολές κι αυτές τον ανέδειξαν περιπτωσιακό συγγραφέα αλλά
μέγιστο, στο ύψος του Αποστόλου Παύλου.
Και παρουσιάζεται ως
ποιητής, ως ποιμήν, ως θεολόγος, ως άνθρωπος που διαρρηγνύει τα γινωσκόμενα και
φέρνει την καινή λογική. Γι' αυτό οι χριστιανοί προσπαθούσαν να τον σώσουν, να
τον έχουν μαζί τους όσο γίνεται περισσότερο και να μην αφήσουν να τον κατασπαράξουν
τα θηρία.
Κι αυτός γράφει: «..αφήστε με να πεθάνω για να ζήσω. Εκεί
παραγενόμενος, άνθρωπος έσομαι. Αν τυχόν μ' αφήσετε να
πάθω, Λόγος γενήσομαι Θεού. Εάν ερασθήτε της σαρκός μου, πάλι γενήσομαι ηχώ. Αν
τυχόν μ' αφήσετε να πάθω, να με φάνε τα θηρία, θα γίνω Λόγος Θεού, θα γίνω
Χριστός κατά Χάρη, θα με ακούτε συνέχεια. Αν τυχόν επέμβετε ανθρώπινα και με
σώσετε, θα γίνω ένα σύνολο ήχων χωρίς νόημα».
Αποστολή του ανθρώπου είναι ν' ακούσει αυτή τη φωνή
προσωπικά, να πει «ναι» στη θεία φωνή, όπως ανταποκρίθηκε η Παναγία στον
αρχαγγελικό ασπασμό, να είναι υπάκουος «τη ουρανίω οπτασία». Όπως λέει στον
Απόστολος Παύλος, «εσύ πας να διώξεις τους χριστιανούς. Εγώ σε θέλω εδώ. Και
επειδή σέβομαι την ελευθερία σου, σε θέλω μαζί μου». Και ο Παύλος είπε «ουκ
απειθής εγενόμην τη ουρανίω οπτασία».
Αν ο καθένας ψάξει τη ζωή του, θα δει ότι μπορεί να
έχει επιτυχίες ή αποτυχίες αλλά υπάρχει κάποια θεία επίσκεψη. Και τότε,
νοιώθουμε ότι ο Καλός Ποιμήν μας καλεί κατ' όνομα. Ο Θεός δεν άφησε εποχή
αμάρτυρον, σε κάθε εποχή είχε τους αγίους του.
Ο Θεός δεν άφησε
αμάρτυρον και χωρίς επίσκεψη κανέναν άνθρωπο. Το θέμα είναι να έχουμε ώτα και
να ακούμε την κλήση του...
...Αν ένας είναι ταπεινός,
αν ένας αγαπά, αν είναι ανίκανος να χτυπήσει, να πληγώσει τον άλλο, τότε ο
άλλος καταλαβαίνει ότι δίπλα του υπάρχει κάτι θεϊκό. Και τυφλός αν είμαι, τη
στιγμή που βρίσκομαι κάτω από τον ήλιο νιώθω τη θέρμη της υπάρξεώς του σ' όλη μου
την ύπαρξη. Όταν βρίσκεσαι μπροστά σ' έναν άγιο τέτοιο, τότε καταλαβαίνεις πως,
από την ουσία την απρόσιτη του Θεού, προχέεται η άκτιστη ενέργεια ως χάρις, ως
αγάπη, ως κάλλος.
π.
Βασιλείου Γοντικάκη