Ο Ων

Ο Ων
"Μην κοιτάς τ'αγκάθια...ψάξε για το ρόδο"

8 Νοε 2015

Η προς Εμμαούς πορεία

Πηγή: από εδώ
 
Το 1648 ο μεγάλος ζωγράφος Ρέμπραντ ζωγράφισε το περίφημο έργο του “ο Χριστός προς Εμμαούς”. Ο πίνακας εικονίζει ένα καταπράσινο τοπίο με ψηλά δέντρα κι ένα μονοπάτι στο οποίο περπατούν τρείς άνδρες εκ των οποίων οι δύο με όμορφα και πολύχρωμα ενδύματα-χιτώνες της αρχαίας ρωμαιοκρατούμενης Ιουδαίας. Ο άνδρας που βρίσκεται ανάμεσα στους άλλους δύο, φοράει ολόλευκο χιτώνα κι απ το ύφος του φαίνεται να μιλάει στους συνοδοιπόρους του κι εκείνοι να τον ακούν και να τον κοιτούν με πολύ μεγάλη προσοχή, ενώ παράλληλα περπατούν δείχνοντας και οι τρείς μεταξύ τους μια παράξενη μα όμορφη οικειότητα, δείγμα του ότι ο άνδρας με τον λευκό χιτώνα που μιλάει στους άλλους δύο, λέει πράγματα γνωστά στους δύο ακροατές του. Οι τρείς άνδρες που τόσο όμορφα αποτύπωσε στον καμβά του ο ζωγράφος, ήταν ο Κύριος Ιησούς Χριστός την ημέρα της ανάστασής Του, ο μαθητής Κλεόπας και πιθανότατα ο ευαγγελιστής Λουκάς, που παρ ότι δεν αναφέρει η Καινή Διαθήκη το όνομά του, όμως από τη λεπτομερή περιγραφή του περιστατικού στο ευαγγέλιο που ο ίδιος έγραψε, συμπεραίνουμε πως ήταν κι εκείνος παρών μαζί με τον μαθητή Κλεόπα στο δρόμο προς την πόλη Εμμαούς.

Η πόλη Εμμαούς βρίσκονταν περί τα ένδεκα χιλιόμετρα βορειοδυτικά των Ιεροσολύμων και σε αυτή την πόλη θα κατέληγαν οι τρείς αυτοί οδοιπόροι μεταξύ των οποίων ήταν κι ο αναστημένος Ιησούς Χριστός. Αυτό λοιπόν το περιστατικό το διαβάζουμε όπως έμμεσα προαναφέρθηκε στο κατά Λουκά ευαγγέλιο στο 24ο (κδ΄)κεφάλαιο κι απ το13ο έως το 30ο εδάφιο.

Οι δύο μαθητές, έφυγαν απ την Ιερουσαλήμ στενοχωρημένοι και περίλυποι γιατί ενώ νόμιζαν (γιατί και ο πιστός πολλάκις “νομίζει” ή “ζει εν φαντασία”), πως ο Ιησούς ήταν ο μεσσίας που ο Θεός είχε στείλει απ τον ουρανό για να λυτρώσει τον Ισραήλ απ τη Ρωμαϊκή σκλαβιά (Λουκά κδ:21), αντ΄ αυτού Τον είδαν να κείται σε ένα σταυρό και αιμόφυρτος να αργοπεθαίνει αβοήθητος πλάι σε δύο ληστές. Αυτή την έκβαση της επίγειας ζωής του Κυρίου, οι δύο αυτοί μαθητές, δε μπόρεσαν να την αντέξουν και αυτό είχε σαν συνέπεια να θεωρήσουν τη γνωριμία τους με Αυτόν, όχι μόνο μια ευχάριστη νότα στη ζωή τους (γιατί ο Κύριος έτσι όπως παρουσιάζεται στο λόγο του Θεού, ήταν και είναι συγκλονιστική και ανεπανάληπτη προσωπικότητα), μα και παρελθόν που έπρεπε αργά ή γρήγορα να προσπεράσουν.

Ο Κύριος είχε ήδη πει στους αποστόλους και βέβαια δια των αποστόλων και σε όλους τους μαθητές Του ότι: «…πρέπει να υπάγη εις Ιεροσόλυμα, και να πάθη πολλά από των πρεσβυτέρων και αρχιερέων και γραμματέων, και να θανατωθή, και την τρίτην ημέραν να αναστηθή.» Ματθ. ις:21. Είναι αλήθεια πως ο Θεός μας μιλά, μα εμείς είτε δε θέλουμε να ακούσουμε, είτε δε γνωρίζουμε σωστά με ποιό τρόπο μιλάει και μάλιστα στο βιβλίο του Ιώβ διαβάζουμε: «Διότι ο Θεός λαλεί άπαξ και δις, αλλ’ ο άνθρωπος δεν προσέχει. Εν ενυπνίω, εν οράσει νυκτερινή, ότε βαθύς ύπνος πίπτει επί τους ανθρώπους, ότε υπνώττουσιν επί κλίνης.» Ιώβ λγ:14-15. Εδώ στους μαθητές του ο Κύριος μίλησε πρόσωπο προς πρόσωπο, μα εκείνοι δείχνουν να μην έδωσαν σημασία στα λόγια Του.

Εδώ λοιπόν βλέπουμε τους δύο να φεύγουν προς Εμμαούς για να συνεχίσουν τη ζωή τους, οι υπόλοιποι μαθητές να έχουν βαριά ολιγοπιστήσει (Μαρκ. ις:14) και τον αναστημένο Κύριό μας να προσπαθεί να τους δώσει κουράγιο με την ένσαρκη παρουσία Του, ακόμη και σαράντα μέρες μετά την ανάστασή Του. Όλα αυτά γιατί δεν ήταν έτοιμοι παρ ότι η καρδιά τους ήταν σκληρή (μα αγνή, κι αυτό αποδείχθηκε στη συνέχεια), να πιστέψουν στην ανάσταση του Κυρίου μιας και η ελπίδα τους για εθνική λύτρωση του Ισραήλ απ τους Ρωμαίους και τη Ρωμαϊκή κατοχή, είχε ναυαγήσει. Μα ο Κύριος δεν ήταν ο λυτρωτής του Ισραήλ από τη Ρωμαϊκή κατοχή ούτε κι ο ελευθερωτής τους από την σκλαβιά των Ρωμαίων! Ήταν και είναι ο πανανθρώπινος Λυτρωτής που ήλθε στον κόσμο και περπάτησε στη γη του μονοθεϊστικού Ισραήλ με σκοπό να μας παρουσιάσει το χαρακτήρα και την υπόσταση του Θεού κι έτσι να πάψει ο Θεός να θεωρείται άγνωστος και απρόσιτος απ τον άνθρωπο τουλάχιστον ως προς το χαρακτήρα Του. Αυτό λοιπόν οι μαθητές αδυνατούν να το “συλλάβουν” παρ ότι αγνοί στην προαίρεση. Mα μήπως κι εμείς έχουμε “συλλάβει” καρδιακά ό,τι διαβάζουμε στην Αγία Γραφή σαν θέλημα Θεού; Μήπως εμείς δεν ομοιάζουμε στον Κλεόπα και Λουκά πάρα πολλές φορές στη ζωή μας; Μήπως αυτή η βραδύτητα και δυσπιστία δε μας κρατεί ναρκωμένους ως προς την εμπιστοσύνη μας στο ζωντανό Θεό; Ο αγ. Μακάριος ο Αιγύπτιος (4ος αιώνας μ.Χ) για τούτο έγραψε: «Εξ αιτίας της απιστίας μας και της έλλειψης εμπιστοσύνης προς τον Θεό, εξ αιτίας του ότι δεν Τον αγαπάμε με όλη μας την καρδιά και δεν Τον πιστεύουμε αληθινά, δεν μπορούμε ακόμη να επιτύχουμε την πνευματική θεραπεία και σωτηρία μας.» Μακαρίου του Αιγυπτίου – Ε.Π.Ε ομιλία κ:8.

Εδώ να πούμε πως ακόμη κι αν η σωτηρία μας επιτευχθεί κατά χάριν Θεού πάντα, η πνευματική θεραπεία-απαλλαγή από τα πάθη και τις ποικίλες και πολλάκις εντυπωσιακές αδυναμίες, προϋποθέτει διαρκή αγώνα γιατί αυτά βρίσκονται μπροστά μας για να μας κλείνουν το δρόμο προς την πνευματική Βασιλεία του Θεού και την οικοδομή των ψυχών μας, ανοίγοντάς μας το δρόμο προς Εμμαούς ο οποίος, τουλάχιστον, έχει προοπτική γυρισμού στην Ιερουσαλήμ (Λουκά κδ:33), ή ακόμη χειρότερα ανοίγοντας το δρόμο της συνηθείας και του συμβιβασμού με τον κόσμο και το σύστημά του με ό,τι αυτά αντιπροσωπεύουν. Άλλωστε η φύση του μεταπτωτικού ανθρώπου δεν αργεί να εκδηλώσει την κλίση της προς τα πάθη, τις ηδονές και το σχήμα του κόσμου στον οποίο φιλοξενείται. Ο απ. Παύλος γι αυτό γράφει: «…ενώ εγώ θέλω να πράττω το καλόν, πάρεστιν είς εμέ το κακόν. Διότι ηδύνομαι μεν εις τον νόμον του Θεού κατά τον εσωτερικόν άνθρωπον βλέπω όμως εν τοίς μέλεσί μου άλλον νόμον αντιμαχόμενον εις τον νόμον του νοός μου, και αιχμαλωτίζοντά με εις τον νόμον της αμαρτίας τον όντα εν τοις μέλεσίμου.» Ρωμ. ζ:21 και ο αγ. Διάδοχος επίσκοπος Φωτικής (Ήπειρος 450 μ.Χ) έγραψε: «Η οδός της αρετής για εκείνους που αρχίζουν να αγαπούν την ευσέβεια, φαίνεται πολύ τραχεία και θλιβερή, όχι όμως γιατί εκείνη τάχα είναι τέτοια αλλά γιατί η ανθρώπινη φύση ευθύς αμέσως από την μητρική κοιλιά συναναστρέφεται άφθονα τις ηδονές.» Κεφάλαια Γνωστικά 93΄. Η όποια λανθασμένη επιλογή μας θα μας φέρει αργά μα σταθερά σε πνευματικό μαρασμό και στο μέλλον στον αποχωρισμό της ψυχής από τον Θεό που είναι και ο αιώνιος θάνατος, ή θα μας φέρει, εάν σωστά επιλέξουμε, στη δικαιοσύνη, την ειρήνη και χαρά του Θεού εν Αγίω Πνεύματι «εις αιώνας αιώνων».

Ο ίδιος ο Κύριος, περιγράφει πολύ παραστατικά το δρόμο που ο κόσμος ως δαιμονικά υφασμένος ιστός, ζητά απ τον άνθρωπο να τον περπατήσει αφού πρώτα συλληφθεί απ αυτόν: «…πλατεία είναι η πύλη, και ευρύχωρος η οδός η φέρουσα εις την απώλεια και πολλοί είναι οι εισερχόμενοι δι’ αυτής.» Ματθ. ζ:13. Βλέπουμε εδώ τα χαρακτηριστικά που ο κόσμος έχει: α) πύλη εισόδου και μάλιστα πλατιά και εύκολα άρα άκοπα προσβάσιμη, β) δρόμο και συνεπώς διαρκή πορεία, γ) προορισμό και δ) όλα αυτά είναι εύκολα γιατί πολλοί διαλέγουν να τα οικειοποιηθούν και εφαρμόσουν στις ζωές τους. Επιπλέον γνωρίζουμε πως: «…ο κόσμος όλος εν τω πονηρώ κείται.» Α΄ Ιωαν. ε:19 κι έτσι κάθε γνήσιος Χριστιανός οφείλει να είναι αρνησίκοσμος και πνευματικός φυγάδας του κόσμου.

Σήμερα, ίσως περισσότερο από κάθε άλλη φορά, η συνύπαρξη και η φιλία με τον κόσμο και το σύστημά του είναι μια πολύ επικίνδυνη και ψυχοφθόρα διαδικασία κι η εξοικείωση που μπορεί να προκύψει από αυτή τη συνύπαρξη μπορεί να φέρει τον Χριστιανό σε πολύ δύσκολη θέση. Ο κίνδυνος τού να ομοιωθεί ο άνθρωπος του Θεού με το ψάρι που ενώ ζει, κινείται και υπάρχει μέσα στο νερό είναι τόσο αφομοιωμένο με αυτό που δε μπορεί να το δει, είναι πλέον άμεσος και πραγματικός. Είναι ο κίνδυνος της αφομοίωσης με το σύστημα που πάντα ήταν, μα σήμερα πολύ περισσότερο είναι υπαρκτός. Ο δρόμος του κόσμου που προϋποθέτει φιλία με αυτόν: «…είναι έχθρα του Θεού, όστις λοιπόν θελήσει να είναι φίλος του κόσμου, εχθρός του Θεού καθίσταται.» Ιακ. δ:4 και «η ευκόλως εμπεριπλέκουσα ημάς αμαρτία» Εβρ. ιβ:1, είναι μεν προοπτικές ελκυστικές και σαφώς εύκολες για το φυσικό άνθρωπο, οδηγούν όμως στην αιώνια απώλεια και φθορά, μια φθορά που ξεκινάει απ τη στιγμή που θα επιλέξει ο άνθρωπος το δρόμο του κόσμου και συνεχίζεται αιωνίως, αδιάκοπα και χωρίς ελπίδα γυρισμού μετά τον θάνατό του.

Στον αντίποδα τώρα του δρόμου που ο κόσμος και το σύστημά του ως εγκαθίδρυμα του διαβόλου ζητάει απ τον άνθρωπο να περπατήσει, υπάρχει ο δρόμος του Χριστού και του Ευαγγελίου. Ο Κύριος μίλησε με ειλικρίνεια και αλήθεια στους μαθητές Του, κάτι που και σήμερα κάνει: «Εισέλθετε δια της στενής πύλης …επειδή στενή είναι η πύλη, και τεθλιμμένη η οδός η φέρουσα εις την ζωήν, και ολίγοι είναι οι ευρίσκοντες αυτήν.» Ματθ. ζ:13-14. Έτσι, εν αντιθέσει με την πλατιά πύλη και την ευρύχωρη οδό, υπάρχει κι άλλη μια πύλη,στενή όμως, ένας δρόμος θλίψεων, αναγκών και ίσως διωγμών, αλλά αυτή τη φορά το τέλος είναι αγαθό και αιώνιο εν Αγίω Πνεύματι και είναι απορίας άξιο γιατί είναι λίγοι αυτοί που επιλέγουν να τον περπατήσουν ενώ έχει τέτοια προοπτική!

Αυτή είναι η επιτυχία του κόσμου και του κοσμικού συστήματος δηλαδή το να λειτουργεί σαν παραμορφωτικός καθρέπτης, παρουσιάζοντας τη στρεβλή και ψευδή εικόνα σαν πραγματική κι αληθινή κάτι που ο Χριστιανός ο οποίος έχει γυμνασμένα τα αισθητήριά του, το βλέπει συνεχώς. Το βλέπει γιατί έχει οπτική και εποπτική εικόνα πέρα απ’ αυτό και σαν καθαρός παρατηρητής δεν επηρεάζεται ή δεν πρέπει να επηρεάζεται από οποιαδήποτε οπτική στρέβλωση που ο παραπάνω καθρέπτης-κόσμος δημιουργεί.

Παρ όλες τις θλίψεις τις οποίες προλέγει ο Κύριος για το δρόμο που οδηγεί στην Ουράνια Βασιλεία κι ευλογία του Θεού, υπάρχει πάντα η πρόνοια και το ενδιαφέρον του Κυρίου προς εκείνον που αποφασίζει εκ καρδίας να τον περπατήσει. Ο Ιησούς είπε προσευχόμενος: «Δεν παρακαλώ να σηκώσης αυτούς εκ του κόσμου, αλλά να φυλάξης αυτούς εκ του πονηρού. Εκ του κόσμου δεν είναι καθώς εγώ δεν είμαι εκ του κόσμου.» Ιωαν. ιζ:15-16, κι αυτά Του τα λόγια πρέπει να γεμίζουν με χαρά και αισιοδοξία τις καρδιές μας γιατί την υψηλή επιστασία και φύλαξη της ζωής μας, την έχει ο Κύριος (Ιωαν. ι:14-15), και Αυτός αντίθετα από εμάς δεν κάνει λάθη! Και πως θα μπορούσε να κάνει λάθη Αυτός που είπε: «Εγώ είμαι η οδός, και η αλήθεια, και η ζωή. Ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα, ειμή δι’ εμού…» Ιωαν. ιδ:6.
Ο Ιωάννης Χρυσόστομος ήδη απ τον 4ο αιώνα μ.Χ. είπε: «Ο ειπών ότι χριστιανός είμι και πατρίδα και γένος και επιτήδευμα και πάντα εδήλωσεν.» MPG 50, 525. Αυτός λοιπόν που είναι Χριστιανός και βαδίζει στη στενή και τεθλιμμένη οδό, με τη ζωή του και τους τρόπους του κάνει ή τουλάχιστον πρέπει να κάνει μία δήλωση: «…ο κόσμος εσταυρώθη ως προς εμέ, και εγώ ως προς τον κόσμον.» Γαλατ. ς:14. Λοιπόν σταυρώθηκες; Σταυρώθηκα; Ας αναρωτηθούμε κι ας απαντήσουμε με αυτοεξεταστική διάθεση όχι ο ένας στον άλλο, μα ο κάθε ένας μας στον εαυτό του και στον ίδιο τον Θεό!

Τελειώνοντας αυτή μας την αναφορά, να πούμε πως κάθε άνθρωπος είναι επιφορτισμένος με ένα χρέος. Το να διαλέξει ποιο δρόμο θα περπατήσει στη γη και στο πέρασμά του απ αυτή. Το δρόμο του κοσμοκράτορα-κοσμοκρατόρων του αιώνα τούτου (Εφεσ. ς:12) δηλαδή του διαβόλου και των αγγέλων του ή το δρόμο που χάραξε και περπάτησε ο Κύριος Ιησούς Χριστός με τα λόγια Του και επισφράγισε με τη ζωή Του. Η διαφορά θα φανεί αν όχι σε αυτή τη ζωή, σίγουρα «είς αιώνας αιώνων».

Δεν υπάρχουν σχόλια: